Νομοσχέδιο για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης.

Κατατέθηκε την Τρίτη 3 Μαρτίου 2015 το πρώτο νομοσχέδιο της Κυβέρνησης που αφορά “Ρυθμίσεις για τη λήψη άμεσων μέτρων για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, την οργάνωση της Κυβέρνησης και των Κυβερνητικών οργάνων και λοιπές διατάξεις”.
Στις συγκεκριμένες ρυθμίσεις, για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, προβλέπονται, η Δωρεάν επανασύνδεση και παροχή ηλεκτρικού ρεύματος, το επίδομα ενοικίου για την εξασφάλιση στέγης και η Επιδότηση σίτισης σε νοικοκυριά.

Συγκεκριμένα το Σχέδιο Νόμου έχει ως εξής:

 

Σχέδιο Νόμου

Ρυθμίσεις για τη λήψη άμεσων μέτρων για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, την οργάνωση της Κυβέρνησης και των Κυβερνητικών οργάνων  και λοιπές διατάξεις

Κεφάλαιο  Πρώτο

Ρυθμίσεις για τη λήψη άμεσων μέτρων

Άρθρο 1

Δωρεάν επανασύνδεση και παροχή ηλεκτρικού ρεύματος

1. Σε νοικοκυριά που διαβιούν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας, παρέχεται για το έτος 2015 δωρεάν ποσότητα ηλεκτρικού ρεύματος για την κύρια κατοικία τους έως 300kwh μηνιαίως. Σε περιπτώσεις δικαιούχων των οποίων η παροχή είχε διακοπεί έως και την 31.01.2015 η παροχή επανασυνδέεται ατελώς και χωρίς καμία επιβάρυνση, οι δε ληξιπρόθεσμες οφειλές ρυθμίζονται.
2. Η χρηματική αξία των παροχών της προηγούμενης παραγράφου δεν συνυπολογίζεται ως προς την πλήρωση προϋποθέσεων λήψης οποιασδήποτε άλλης παροχής κοινωνικού ή προνοιακού χαρακτήρα που χορηγείται βάσει εισοδηματικών κριτηρίων.
3. Με σύμβαση που συνάπτεται μεταξύ του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και παρόχων ηλεκτρικής ενέργειας συμφωνούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις  ρύθμισης των ληξιπρόθεσμων  οφειλών της παραγράφου  1.

 Άρθρο 2

Επίδομα ενοικίου για την εξασφάλιση στέγης

1. Χορηγείται επίδομα ενοικίου σε έως 30.000 νοικοκυριά που διαβιούν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας και δεν έχουν δυνατότητα στέγασης σε ιδιόκτητο ακίνητο εντός του δήμου της κύριας κατοικίας τους.
2. Η παροχή αυτή αφορά νέες μισθώσεις ή ανανεώσεις υφιστάμενων  μισθώσεων με νέους όρους που συνάπτονται μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος και θα χορηγείται απευθείας στον εκμισθωτή του μισθίου ακινήτου. Η παροχή χορηγείται για το έτος 2015 και δύναται να ανανεωθεί για το έτος 2016, εφόσον συντρέχουν οι προβλεπόμενες   στο  παρόν  άρθρο  προϋποθέσεις.
3. Το παρεχόμενο επίδομα ενοικίου δεν υπερβαίνει μηνιαίως τα εβδομήντα (70) ευρώ ανά άτομο και τα διακόσια είκοσι (220) ευρώ ανά πολυμελή οικογένεια.
4. Για τη χορήγηση του επιδόματος του παρόντος άρθρου απαιτείται η προβλεπόμενη από τις οικείες διατάξεις του νόμου δήλωση και αποδοχή του μισθωτηρίου συμβολαίου καθώς και η φορολογική ενημερότητα των εκμισθωτών.
5. Το ποσό της επιδότησης ενοικίου είναι αφορολόγητο και ακατάσχετο, δεν υπόκειται σε οιουδήποτε είδους κρατήσεις, δεν συμψηφίζεται με βεβαιωμένα χρέη προς πιστωτικά ιδρύματα και δεν υπολογίζεται στα εισοδηματικά όρια για τη καταβολή του ΕΚΑΣ ή άλλης παροχής κοινωνικού ή προνοιακού χαρακτήρα. Το ποσό της επιδότησης μπορεί να συμψηφίζεται με βεβαιωμένες και ρυθμισμένες οφειλές προς το Δημόσιο και τους ασφαλιστικούς οργανισμούς.

 Άρθρο 3

Επιδότηση σίτισης σε νοικοκυριά

1. Χορηγείται για το έτος 2015 επιδότηση σίτισης σε φυσικά πρόσωπα  που διαβιούν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας.
2. Για τη χορήγηση της επιδότησης σίτισης, λαμβάνεται υπ’ όψιν το σύνολο των εισοδημάτων των δικαιούχων, από κάθε πηγή. Δικαιούχοι που δεν υποχρεούνται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις του νόμου σε υποβολή δηλώσεως εισοδήματος στη Φορολογική Αρχή, καθώς και άνεργοι που δεν λαμβάνουν πλέον επίδομα ανεργίας υποβάλλουν υπεύθυνη δήλωση για το σύνολο των εισοδημάτων τους.
3. Η επιδότηση  σίτισης  παρέχεται  με  εκπτωτικά  κουπόνια  ή  άλλο  ηλεκτρονικό τρόπο  για την  προμήθεια  ειδών  σίτισης.

 Άρθρο 4

Στις παροχές των άρθρων 1 έως 3 δεν υπάγονται όσοι ήδη ωφελούνται από προγράμματα του Ευρωπαϊκού Ταμείου Βοηθείας για τους Απόρους και από το θεματικό στόχο 9 των Περιφερειακών Επιχειρησιακών Προγραμμάτων.

 Άρθρο 5

Εξουσιοδοτικές διατάξεις

Με κοινή απόφαση των Υπουργών  Οικονομικών,  Παραγωγικής Ανασυγκρότησης, Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Εργασίας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζονται τα εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια των δικαιούχων, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, ο χρόνος υποβολής τους, οι φορείς, οι υπηρεσίες και οι διαδικασίες ελέγχου και πιστοποίησης των δικαιούχων, οι συμπράξεις με φορείς του δημοσίου και ιδιωτικού  τομέα και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή των ρυθμίσεων των άρθρων 1έως 4.

0

Ξεκίνησε την 01-01-2015 η εφαρμογή του Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών

Από 01 Ιανουαρίου 2015 είναι σε ισχύ ο Κώδικας Δεοντολογίας της Τράπεζας της Ελλάδος για τη διαχείριση των μη καταγγελμένων δανείων από τις τράπεζες. Ο Κώδικας Δεοντολογίας θεσπίστηκε με το νόμο 4224/2013 και δημοσιεύθηκε στο υπ’ αρ. 2289 ΦΕΚ Β την 27 Αυγούστου 2014.
Σημειώνεται ότι αφορά μόνο οφειλές που παρουσιάζουν καθυστέρηση τόσο για τους ιδιώτες όσο και τους επιτηδευματίες, ενώ οφειλές που έχουν ήδη καταγγελθεί από τα πιστωτικά ιδρύματα ΔΕΝ υπάγονται στον Κώδικα αυτό. Επίσης, σε περίπτωση που ο οφειλέτης χαρακτηριστεί ως “μη συνεργάσιμος” δεν μπορεί να υπαχθεί στη συγκεκριμένη ρύθμιση.
Μη συνεργάσιμος χαρακτηρίζεται ο οφειλέτης, ο οποίος μετά από επικοινωνία της τράπεζας ή άλλου εξουσιοδοτημένου οργάνου της, δεν αποδίδει τις πληροφορίες που αναζητούνται από το πιστωτικό ίδρυμα. Όποιος ενδιαφέρεται να μπει στον Κώδικα, πλέον οφείλει να προσκομίζει τις απαραίτητες πληροφορίες που του ζητούν οι τράπεζες. Εάν κάποιος χαρακτηριστεί «μη συνεργάσιμος», τότε η τράπεζα μπορεί να ξεκινήσει τις νόμιμες διαδικασίες, δηλαδή έκδοση διαταγής πληρωμής, πρόγραμμα πλειστηριασμού κλπ.
Πολλοί οφειλέτες θα λάβουν ειδοποιήσεις από την τράπεζά τους σχετικά με τον Κώδικα και θα πρέπει να ενεργήσουν άμεσα, καθώς αν περάσουν οι προθεσμίες απάντησης, θα κινδυνεύουν να χαρακτηριστούν ως μη συνεργάσιμοι δανειολήπτες.

Διαδικασία Κώδικα Δεοντολογίας:
Στάδιο 1 – Επικοινωνία της τράπεζας με τον δανειολήπτη
Στάδιο 2 – Προσκόμιση δικαιολογητικών από τον δανειολήπτη
Στάδιο 3 – Αξιολόγηση των οικονομικών στοιχείων από την τράπεζα
Στάδιο 4 – Υποβολή προτάσεων για ρύθμιση οφειλών από την τράπεζα
Στάδιο 5 – Υποβολή ένστασης από τον δανειολήπτη

ΣΤΑΔΙΟ 1
kodikas-stadio1
Ο Δανειολήπτης προσκομίζει, μέσα σε 15 εργάσιμες ημέρες από την παραλαβή της επιστολής:

  1. Την «Τυποποιημένη Κατάσταση Οικονομικής Πληροφόρησης»
  2. Τα επιπλέον δικαιολογητικά που ζητάει η τράπεζα

Τα έγγραφα αυτά τα παραλαμβάνει ειδικό τμήμα/γραφείο της τράπεζας, για τα στοιχεία επικοινωνίας του οποίου θα πρέπει να έχει ενημερωθεί.

ΣΤΑΔΙΟ 3 & 4
Η τράπεζα αξιολογεί τις πληροφορίες και τα δικαιολογητικά του δανειολήπτη και προτείνει μια ή περισσότερες λύσεις.
Καταθέτει τις προτάσεις της μέσω ενός «Τυποποιημένου Εγγράφου Πρότασης» σε εύλογο χρονικό διάστημα αλλά όχι περισσότερο από 6 μήνες.
Αφού ο δανειολήπτης ενημερωθεί για τις προτάσεις τις τράπεζας, έχει προθεσμία 15 εργάσιμων ημερών, για να:

  1. Να αποδεχτεί την πρόταση
  2. Να αντιπροτείνει γραπτώς
  3. Να αρνηθεί την πρόταση γραπτώς

 

ΣΤΑΔΙΟ 5 – ΕΝΣΤΑΣΗ

  • Εάν ο δανειολήπτης δεν συμφωνεί με τις προτάσεις της τράπεζας, μπορεί να προσφύγει στην Επιτροπή Ενστάσεων της Τράπεζας.
  • Η τελευταία έχει 3 μήνες για να αποφασίσει εάν θα αποδεχτεί την ένσταση και παρέχει την απαραίτητη δικαιολόγηση.
  • Εάν γίνει αποδεκτή η ένσταση, η τράπεζα:

– Γνωστοποιεί τις διαρθρωτικές ενέργειες ή την αναθεωρημένη λύση.
– Παραπέμπει εκ νέου την περίπτωση στο Στάδιο 3 ή Στάδιο 4, ώστε οι αρμόδιοι υπάλληλοι της τράπεζας να επαναξιολογήσουν την υπόθεση και να κάνουν εκ νέου πρόταση.

  • Κάθε δανειολήπτης μπορεί να κάνει ένσταση μόνο μια φορά, οπότε δεν μπορεί να επανέλθει στην Επιτροπή Ενστάσεων εάν δεν συμφωνεί με την νέα πρόταση της τράπεζας.

ΑΠΟΤΥΧΙΑ/ΑΡΝΗΣΗ ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΥ

  • Ο δανειολήπτης μπορεί να επιλέξει είτε να μην ακολουθήσει τη διαδικασία του Κώδικα, είτε αφού την ακολουθήσει να μην συμφωνήσει με την πρόταση της τράπεζας.
  • Ο δανειολήπτης, μπορεί να προσπαθήσει να βρει λύση μέσω διαμεσολάβησης (Συνήγορος Καταναλωτή), ή με τη χρήση άλλων νομικών διατάξεων (π.χ. Ν.3869/10)

Εγγυητής
Εάν ολοκληρωθούν όλα τα στάδια μαζί με αυτό της ένστασης και δεν υπάρξει συμφωνία, τότε η τράπεζα έχει δικαίωμα να στραφεί εναντίον του εγγυητή και να εφαρμόσει τα αντίστοιχα στάδια. Αυτό στην περίπτωση που από τη σύμβαση προβλέπεται ότι ο εγγυητής υποκαθιστά τον δανειολήπτη στις υποχρεώσεις του.
πηγή: εκποιζώ

Δείτε το ΦΕΚ:
[gview file=”http://aapostolos79.synology.me/armoutsis-site/wp-content/uploads/ΚΩΔΙΚΑΣ-ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ-ΤΡΑΠΕΖΩΝ.pdf” save=”0″]

1

Παράταση μέχρι 30 Ιανουαρίου, χωρίς πρόστιμα, για την υποβολή δηλώσεων μεταβολών προς τις εφορίες

Παρατείνονται ως 30 Ιανουαρίου 2015 οι προθεσμίες για την υποβολή αίτησης μεταβολών στην εφορία από τους επιτηδευματίες, χωρίς πρόστιμο. Αυτό σημαίνει ότι παρατείνεται και η δήλωση εξαίρεσης από το κανονικό καθεστώς του ΦΠΑ εφόσον έχουν ετήσιο τζίρο κάτω των 10.000 ευρώ.

Η προθεσμία για τη δήλωση εξαίρεσης έληγε τη Δευτέρα 12-01-2015 και η παράταση δόθηκε με απόφαση της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων Κατερίνας Σαββαΐδου προκειμένου να διευκολυνθούν οι φορολογούμενοι.

0

Προθεσμία απαλλαγής από το ΦΠΑ

Με την υπ’ αρ. πρωτ. Δ14Β 1000985 ΕΞ 2015 από 07-01-2015 εγκύκλιο η Γενική Γραμματεία του Υπουργείου Οικονομικών διευκρίνισε ότι η προθεσμία για την δήλωση απαλλαγής από το ΦΠΑ για τις μικρές επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες που είχαν τζίρο έως 10.000 ευρώ χωρίς το ΦΠΑ την προηγούμενη διαχειριστική περίοδο του 2014 είναι έως τη Δευτέρα 12-01-2015.

Σημειωτέον, ότι ο δηλών πρέπει να επισκεφτεί την ΔΟΥ στην οποία υπάγεται και να καταθέσει στο μητρώο το έντυπο Μ2 για μεταβολή στην κατάσταση του ΦΠΑ. Διευκρινίζεται, ότι εκεί που αναγράφεται ημερομηνία μεταβολής επιχείρησης πρέπει να συμπληρωθεί 01-01-2015 (β), ενώ στο β4 στην υπαγωγή ΦΠΑ συμπληρώνεται ΝΑΙ και στο καθεστώς ΦΠΑ απαλλασσομένων.

Η εγκύκλιος έχει ως εξής:

Αθήνα, 7/1/2015
Αρ. Πρωτ: Δ14Β 1000985 ΕΞ 2015

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΣΟΔΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ
ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΣΗ Β’ «Έμμεση Φορολογία»
ΤΜΗΜΑ Α’- ΦΠΑ

Ταχ. Δ/νση : Σίνα 2-4
Ταχ. Κωδ. : 106 72 ΑΘΗΝΑ
Τηλέφωνο : 210 – 3547202-5
FAX : 210 -3545413

ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΩΣ ΕΠΕΙΓΟΝ

ΘΕΜΑ: «Προθεσμία υποβολής δήλωσης μεταβολών για μετάταξη υποκείμενων στο φόρο από το κανονικό καθεστώς στο απαλλασσόμενο του άρθρου 39 του Κώδικα Φ.Π.Α. και αντίστροφα».

Σύμφωνα με το άρθρο 39 του Κώδικα Φ.Π.Α. (ν. 2859/2000), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 251 του ν. 4281/2014 (ΦΕΚ Α’ 160/8.8.2014) και ισχύει, για τη μετάταξη υποκείμενου στο φόρο από το κανονικό καθεστώς στο απαλλασσόμενο καθεστώς του άρθρου αυτού και αντίστροφα, υποβάλλεται κατά την έναρξη της διαχειριστικής περιόδου δήλωση μεταβολών εντός της οριζόμενης στο άρθρο 10 παρ. 4 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013) προθεσμίας και σε συνδυασμό και με το άρθρο 7 του ίδιου Κώδικα μέχρι 12.1.2015.

Η δήλωση αυτή αποτελεί δήλωση του φορολογούμενου και υποβάλλεται με ευθύνη του. Ως εκ τούτου παραλαμβάνεται από τις Δ.Ο.Υ. χωρίς να διενεργείται έλεγχος κατά το στάδιο της υποβολής της. Οιοσδήποτε έλεγχος έπεται της υποβολής.

Ακριβές Αντίγραφο
Ο Προϊστάμενος του Αυτοτελούς Τμήματος Διοίκησης

Ο Γεν. Δ/ντής Φορολογικής Διοίκησης
Ιωάννης Μπάκας

0

Μη εφικτή η ρύθμιση ληξιπρόθεσμων οφειλών

Πολύς λόγος γίνεται τον τελευταίο καιρό για τη ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων οφειλών σε Εφορία και ασφαλιστικά ταμεία. Υπάρχει όμως ένα στοιχείο που πολλοί οφειλέτες, οι οποίοι σπεύδουν να ενταχθούν στη νέα ρύθμιση δεν λαμβάνουν υπόψη τους και θα το βρουν αντιμέτωποι κατά τη διάρκεια της ρύθμισης.

Ο λόγος λοιπόν, γιατί δεν μπορεί να ευδοκιμήσει στην πλειονότητα των οφειλετών η νέα ρύθμιση, αποτελεί η προϋπόθεση ο οφειλέτης να είναι καθ’ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης φορολογικά και ασφαλιστικά ενήμερος. Δηλαδή, μέχρι να εξοφλήσει και την τελευταία δόση της ρύθμισης, πρέπει να εξοφλεί στο ακέραιο κάθε νέα οφειλή του προς δημόσιο και ασφαλιστικά ταμεία, πριν αυτή καταστεί ληξιπρόθεσμη. Αυτό βέβαια γίνεται ακόμη πιο δύσκολο στις περιπτώσεις των πολλών δόσεων.

Συνεπώς, έστω και σε μία στιγμή αδυναμίας εξόφλησης κάποιας οφειλής του, ο οφειλέτης καθίσταται ληξιπρόθεσμος στη νέα του οφειλή, και παράλληλα χάνει τη ρύθμιση του νόμου 4305/2014. Αυτό βέβαια έχει ως αποτέλεσμα να καθίσταται αυτόματα απαιτητό, όλο το ποσό οφειλής τη ρύθμισης, με δυσάρεστες συνέπειες που θα επιφέρουν κατασχέσεις, πλειστηριασμούς και απώλεια κατοικίας.

0

Διαδικασία χορήγησης ταξιδιωτικών εγγράφων σε δικαιούχους διεθνούς προστασίας, καθώς και στους αιτούντες διεθνή προστασία.

Στους αλλοδαπούς ή ανιθαγενείς, οι οποίοι αναγνωρίστηκαν ως δικαιούχοι καθεστώτος του πρόσφυγα,επικουρικής προστασίας, στα μέλη της οικογένειας τους, καθώς και στους αιτούντες διεθνή προστασία,  χορηγείται μετά από αίτηση τους ταξιδιωτικό έγγραφο σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 25 παρ. 1 του π.δ. 141/2013.

Η υπ’ αρ. 10566 από 28-11-2014 Κοινή Υπουργική Απόφαση, η οποία δημοσιεύθηκε στο υπ’ αρ. Β3223 από 02-12-2014 ΦΕΚ, αναγράφει ρητά τις προϋποθέσεις και τις αρμόδιες υπηρεσίες έκδοσεις των ταξιδιωτικών αυτών εγγράφων.

[gview file=”http://aapostolos79.synology.me/armoutsis-site/wp-content/uploads/3223_2014.pdf” save=”0″]
0

Αλλαγές στον Κώδικα Μετανάστευσης και στην Ιθαγένεια έρχεται με νομοσχέδιο που θα κατατεθεί προσεχώς

Τις επόμενες ημέρες κατατίθεται στη Βουλή νομοσχέδιο του υπουργείου Εσωτερικών που αφορά τους εποχικά εργαζόμενους, την ιθαγένεια των παιδιών μεταναστών, την προστασία μαρτύρων ή θυμάτων ρατσιστικών εγκλημάτων, αλλά και την απλοποίηση της διαδικασίας πολιτογράφησης ομογενών κυρίως από την πρώην ΕΣΣΔ. Σημειώνεται ότι η διαβούλευση του νομοσχεδίου τελείωσε στις 10 Σεπτεμβρίου 2014.

Το νομοσχέδιο έλκει τον τίτλο του από την ενσωμάτωση στο ελληνικό Δίκαιο των κοινοτικών οδηγιών (2011/98/ΕΕ και 2014/36/ΕΕ) για την ενιαία άδεια διαμονής και εργασίας υπηκόων τρίτων χωρών και για τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής όσων έρχονται στη χώρα για εποχική εργασία. Σε ό,τι αφορά την ιθαγένεια των παιδιών μεταναστών, συμπεριλαμβάνει διατάξεις που έρχονται να καλύψουν εν μέρει το κενό που είχε δημιουργηθεί μετά την απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ.

Σχετικά με την προστασία θυμάτων εμπορίας μαρτύρων και κυρίως των θυμάτων ή ουσιωδών μαρτύρων σε ρατσιστικά εγκλήματα επαναφέρεται το αρχικό σκεπτικό του Νομοθέτη, όπως είχε αποτυπωθεί στο νομοσχέδιο για τον Κώδικα Μετανάστευσης.

Στο ίδιο νομοσχέδιο ρυθμίζονται τα θέματα ιθαγένειας των μεταναστών δεύτερης γενιάς και των κατόχων ΕΔΤΟ (Ειδικό Δελτίο Ταυτότητας Ομογενούς). Επίσης, στο ίδιο νομοθέτημα ορίζεται η σύσταση Επιτροπής για τη σύνταξη νέου Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας, στην οποία θα συμμετέχουν εκτός από τον Γενικό Γραμματέα Κοινωνικής Συνοχής, νομικούς και καθηγητές, Ειδικός Επιστήμονας από τον Συνήγορο του Πολίτη και εκπρόσωπος από την Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.

Τέλος, με το σ/ν το υπουργείο Εσωτερικών δεσμεύεται ότι από φέτος και κάθε χρόνο έως τις 25 Δεκεμβρίου θα αποστέλλει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή στατιστικά στοιχεία για τη μετανάστευση, τους αριθμούς των ενιαίων αδειών διαμονής και εργασίας και τη διεθνή προστασία.

Ουσιαστικά, το νομοσχέδιο έρχεται να συμπληρώσει τον Κώδικα Μετανάστευσης, ενσωματώνοντας τις δυο κοινοτικές οδηγίες. Έρχεται να επιλύσει εν μέρει το κενό νόμου που είχε δημιουργηθεί μετά την απόφαση της ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας να κρίνει ως αντισυνταγματικές τις ρυθμίσεις που προέβλεπαν στο Ν. 3838/2010 (νόμος Ραγκούση) για αυτόματη χορήγηση ιθαγένειας στα παιδιά -των νομίμως διαμενόντων για μια 5ετια αλλοδαπών γονέων- που έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα και σε όσα παιδιά έχουν συμπληρώσει 6ετή φοίτηση σε ελληνικό σχολείο. Της απόφασης (460/2013) είχε προηγηθεί έντονη πολιτική διαμάχη μεταξύ των κομμάτων που σήμερα συγκυβερνούν.

Επαναφέρει τις διατάξεις για τα θύματα εμπορίας ανθρώπων και τα θύματα ή ουσιώδεις μάρτυρες σε ρατσιστικά εγκλήματα, μετά την απόσυρση της επίμαχης διάταξης του άρθρου 19 του αρχικού νομοσχεδίου του Μεταναστευτικού Κώδικα. Πρόκειται για τη διάταξη που είχε επιφέρει ενδοκυβερνητικές τριβές, είχε αποσυρθεί μέσω της γνωστής «τροπολογίας Μπαλτάκου» και της οποίας η απόσυρση είχε γίνει απόπειρα να θεραπευθεί μέσω ΚΥΑ τον περασμένο Ιούνιο με πρωτοβουλία του τότε υπουργού Δικαιοσύνης Χ. Αθανασίου. Τόσο οι διατάξεις για την ιθαγένεια των παιδιών μεταναστών, όσο και η διάταξη για τη δίωξη των ρατσιστικών εγκλημάτων φαίνεται να συνιστούν προϊόν κοπιωδών διαβουλεύσεων και συνεργασίας των δυο κομμάτων που συγκυβερνούν στο υπουργείο Εσωτερικών.

Άδεια διαμονής ενιαίου τύπου

Σε ό,τι αφορά την άδεια διαμονής ενιαίου τύπου για υπηκόους τρίτων χωρών, το σ/ν ολοκληρώνει τη νομοθετική εργασία που έχει ήδη ξεκινήσει με τον Κώδικα Μετανάστευσης για τις άδειες ενιαίου τύπου, όπως έχουν θεσπισθεί στον Κανονισμό 1030/2012 της ΕΕ, που επιτρέπουν στους πολίτες τρίτων χωρών να διαμένουν στην Ελλάδα με σκοπό την εργασία.

Σε μια προσπάθεια συρρίκνωσης της γραφειοκρατικής ταλαιπωρίας και σοβαρών καθυστερήσεων στην έκδοση αδειών διαμονής, το σ/ν ορίζει ότι η ενιαία άδεια διαμονής θα εκδίδεται ή θα ανανεώνεται σε 4 μήνες το αργότερο από την ημέρα υποβολής της αίτησης, εκτός εάν υπάρχει ανάγκη προσκόμισης επιπλέον δικαιολογητικών οπότε το χρονικό περιθώριο αυξάνεται κατά 2 μήνες και σε εξαιρετικές περιπτώσεις κατά 3 μήνες.

Στο πλαίσιο της ενσωμάτωσης της Κοινοτικής Οδηγίας, προστίθενται στον Κώδικα Μετανάστευσης διατάξεις που αφορούν την ίση μεταχείριση εργαζομένων κατόχων ενιαίας άδειας, με τους ημεδαπούς εργαζόμενους. Τα δικαιώματα αυτά σχετίζονται με τη διαμονή τους, τους όρους απασχόλησης, τις συνθήκες εργασίας -συμπεριλαμβανομένων των όρων αμοιβής, απόλυσης, ωραρίου κ.λπ..

Επίσης, διασφαλίζεται το δικαίωμα στην απεργία και την ανάληψη συνδικαλιστικής δράσης, σύμφωνα με το Εθνικό Δίκαιο, το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι και της συμμετοχής σε επαγγελματικές οργανώσεις, το δικαίωμα διαπραγμάτευσης και σύναψης συλλογικών συμβάσεων εργασίας, το δικαίωμα στην εκπαίδευση και την επαγγελματική κατάρτιση κ.α.. Δεν έχουν, όμως, δικαίωμα υποτροφιών και σπουδαστικών δανείων.

Εποχική εργασία

Το σ/ν έρχεται να καλύψει με σειρά άρθρων την έλλειψη σαφούς νομοθετικού πλαισίου όσον αφορά στους όρους απασχόλησης των εποχικά εργαζομένων.

Σε μια προσπάθεια να ελεγχθούν φαινόμενα «τύπου Μανωλάδας» ορίζεται ότι ο εποχικός εργάτης θα δικαιολογείται, όταν «το αναγκαίο επίπεδο εργατικού δυναμικού είναι σημαντικά υψηλότερο από αυτό που απαιτείται για τις συνήθεις δραστηριότητες». Επίσης, προσδιορίζεται ότι για την μετάκληση εποχικά εργαζόμενων στην αγροτική οικονομία «μπορεί με υπουργική απόφαση να καθορίζεται ανώτατος αριθμός θέσεων εργασίας ανά χώρα προέλευσης».

Συγχρόνως, αίτηση για χορήγηση άδειας «θεωρείται απαράδεκτη εάν εφαρμόζονται όγκοι εισδοχής και έχει συμπληρωθεί ο προβλεπόμενος ανώτατος αριθμός θέσεων εργασίας» (όπως ορίζεται από την ΚΥΑ για τον ανώτατο αριθμό θέσεων για εποχική, εξαρτημένη εργασία ανά Περιφέρεια).

Ο εργοδότης (πέρα από τη λεπτομερή καταγραφή του χρόνου, του τόπου και του αντικειμένου απασχόλησης του εποχικά εργαζόμενου) πρέπει να αποδεικνύει στην αρμόδια Γ. Γρ. Αποκεντρωμένης Διοίκησης ότι παρέχει στον εργαζόμενο κατάλληλο κατάλυμα με προδιαγραφές υγείας και ασφάλειας.

Εάν ο εργοδότης δεν ενημερώσει την Αποκεντρωμένη Διοίκηση για τους εποχικούς εργάτες ή παραβεί τις υποχρεώσεις του (λειτουργώντας είτε ως εργολάβος, είτε ως υπεργολάβος) πληρώνει πρόστιμο 500 ευρώ και αποκλείεται από τη δυνατότητα μετάκλησης εργατών για 5 έτη. Εάν για οποιοδήποτε λόγο ο εποχικά εργαζόμενος δεν έρθει για εργασία, επιστρέφονται στον εργοδότη οι ασφαλιστικές εισφορές που έχει προκαταβάλει.

Άδεια διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους

Το σ/ν διευκρινίζει ότι στις άδειες διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους συμπεριλαμβάνονται όλα οι υπήκοοι τρίτων χωρών που έχουν χαρακτηρισθεί από τον αρμόδιο Εισαγγελέα Πρωτοδικών θύματα εμπορίας ανθρώπων. Η αρχική άδεια ισχύει για ένα χρόνο, παρέχει δικαίωμα εξαρτημένης εργασίας-παροχής υπηρεσιών και μπορεί να ανανεώνεται κάθε φορά για δύο έτη μόνο με την προϋπόθεση ότι συνεχίζεται η διερεύνηση της ποινικής διαδικασίας. Μετά το πέρας της ποινικής διαδικασίας ή της παρέλευσης του χρόνου ανανέωσης, η άδεια μπορεί να ανανεωθεί εφόσον κρίνεται σκόπιμο από τις περιστάσεις.

Επίσης, άδεια για ανθρωπιστικούς λόγους λαμβάνουν τα θύματα και οι ουσιώδεις μάρτυρες σε μια σειρά κακουργημάτων και στα ρατσιστικά εγκλήματα. Συγκεκριμένα, ο νόμος προσφέρει προστασία στους υπηκόους τρίτων χωρών που είναι θύματα ή ουσιώδεις μάρτυρες σε περιστατικά που έχουν ως συνέπεια επικίνδυνες σωματικές βλάβες (άρθρα 309 και 310 ΠΚ) και στα αδικήματα που προσδιορίζονται από τα άρθρα 1 και 2 του Ν.927/1979 (όπου τιμωρείται «όστις δημοσίως η προφορικώς, είτε δια μέσου του Τύπου ή δια γραπτών κειμένων ή εικονογραφήσεων ή παντός ετέρου μέσου εκ προθέσεως προτρέπει εις πράξεις ή ενεργείας δυναμένας να προκαλέσουν διακρίσεις, μίσος ή βίαν κατά προσώπων ή ομάδας προσώπων εκ μόνου του λόγου της φυλετικής ή εθνικής καταγωγής των»).

Η προστασία προσφέρεται, εφόσον έχει διαπιστωθεί η ανάγκη της από τον αρμόδιο Εισαγγελέα Πρωτοδικών και εφόσον έχει διαταχθεί προκαταρκτική εξέταση ή έχει ασκηθεί ποινική δίωξη και μέχρι να τεθεί η υπόθεση στο αρχείο ή να εκδοθεί τελεσίδικη δικαστική απόφαση. Η διάρκεια της αρχικής άδειας διαμονής είναι ετήσια, παρέχεται δικαίωμα εξαρτημένης εργασίας-παροχής υπηρεσιών ή έργου και μπορεί να ανανεώνεται κάθε φορά μέχρι δύο έτη εφόσον πληρούνται οι ίδιες προϋποθέσεις.

Επίσης, άδεια διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους λαμβάνουν τα θύματα ενδο-οικογενειακής βίας, τα ανήλικα τέκνα θυμάτων ενδο-οικογενειακής βίας και τα θύματα εργασιακής εμπορίας (εργασιακό τράφικιγκ).

Επίσης, άδεια διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους λαμβάνουν οι αιτούντες, των οποίων η αίτηση για διεθνή προστασία έχει απορριφθεί, αλλά παραμένουν στη χώρα διότι υπάρχει αντικειμενική αδυναμία απομάκρυνσης ή επιστροφής τους στη χώρα καταγωγής για λόγους ανωτέρας βίας ( σοβαροί λόγοι υγείας των ιδίων ή μελών της οικογένειας τους, διεθνής αποκλεισμός της χώρας καταγωγής, εμφύλιες συρράξεις συνοδευόμενες από μαζικές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συνδρομή στο πρόσωπο του ενδιαφερομένου της ρήτρας μη επαναπροώθησης διότι υπάρχει κίνδυνος βασανιστηρίων ή απάνθρωπης ή ταπεινωτικής συμπεριφοράς). Το σχετικό αίτημα εξετάζεται από το υπουργείο Εσωτερικών εφόσον έχει παραπεμφθεί από τις αρμόδιες αρχές. Η άδεια διαμονής χορηγείται, για δύο έτη, παρέχει πρόσβαση στη μισθωτή απασχόληση και μπορεί να ανανεώνεται για ισόχρονο διάστημα, εφόσον εξακολουθούν να ισχύουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις.

Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης άδεια διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους χορηγείται σε ενηλίκους που είναι ανίκανοι να επιμεληθούν των υποθέσεών τους εξαιτίας λόγων υγείας ή ανηλίκους που αποδεδειγμένα χρήζουν προστατευτικών μέτρων και φιλοξενούνται από ιδρύματα ή άλλα νομικά πρόσωπα κοινωφελούς σκοπού, εφόσον η επιστροφή τους σε ασφαλές περιβάλλον είναι αδύνατη. Η διάρκεια της αρχικής άδειας διαμονής είναι ετήσια και μπορεί να ανανεώνεται κάθε φορά μέχρι δύο έτη. Επίσης, χορηγείται σε ανηλίκους, η επιμέλεια των οποίων έχει ανατεθεί με απόφαση ελληνικού δικαστηρίου ή αλλοδαπού δικαστηρίου που αναγνωρίζεται από τις ελληνικές αρχές, σε οικογένειες Ελλήνων ή οικογένειες πολιτών τρίτων χωρών με νόμιμη διαμονή στη χώρα ή για τα οποία είναι εκκρεμής διαδικασία υιοθεσίας ενώπιον των ελληνικών αρχών. Η διάρκεια της αρχικής άδειας διαμονής είναι ετήσια και μπορεί να ανανεώνεται κάθε φορά μέχρι δύο έτη εφόσον πληρούνται οι ίδιες προϋποθέσεις.

Επίσης, χορηγείται σε ανηλίκους που φιλοξενούνται σε οικοτροφεία που λειτουργούν υπό την εποπτεία υπουργείων και σε πάσχοντες από σοβαρά προβλήματα υγείας.

Σε μια προσπάθεια να επιλυθεί το πρόβλημα νομιμότητας όσων παιδιών μεταναστών έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα και δεν πληρούν τις προδιαγραφές που θέτει το σ/ν για ιθαγένεια, ορίζεται ότι ενήλικοι που γεννήθηκαν στην Ελλάδα και έχουν φοιτήσει για έξι τουλάχιστον έτη σε ελληνικό σχολείο μέχρι τη συμπλήρωση του 21ου έτους της ηλικίας τους, λαμβάνουν άδεια για ανθρωπιστικούς λόγους εφόσον η φοίτησή τους ήταν επαρκής και εξακολουθούν να διαμένουν μόνιμα στη χώρα. Οι συγκεκριμένοι θα πρέπει να καταβάλλουν παράβολο αξίας 150 ευρώ.

Άδεια διαμονής για επενδυτική δραστηριότητα

Επίσης, στο σ/ν διευκολύνεται περαιτέρω η είσοδος και διαμονή των υπηκόων τρίτων χωρών που έρχονται στη χώρα για να πραγματοποιήσουν επενδύσεις που θα έχουν θετικές επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία. Προϋπόθεση για την είσοδο και διαμονή τους αποτελεί η εισήγηση της Γενικής Δ/νσης Ανάπτυξης της Περιφέρειας. Η αίτηση και τα δικαιολογητικά υποβάλλονται στην ελληνική προξενική αρχή του τόπου διαμονής τους και διαβιβάζονται στην οικεία Περιφέρεια. Η άδεια διαμονής ισχύει για πέντε έτη και ανανεώνεται για άλλα πέντε έτη. Διαστήματα απουσίας από τη χώρα δεν αποτελούν παρακωλυτικό λόγο για την ανανέωση της άδειας διαμονής.

Σε ό,τι αφορά τους ιδιοκτήτες ακινήτων στην Ελλάδα, η μεταπώληση της ακίνητης περιουσίας κατά τη διάρκεια ισχύος της άδειας διαμονής σε άλλο πολίτη τρίτης χώρα παρέχει δικαίωμα χορήγησης άδειας διαμονής στο νέο αγοραστή με ταυτόχρονη ανάκληση της άδειας διαμονής του πωλητή.

Ρυθμίσεις ιθαγένειας

Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, την ελληνική ιθαγένεια αποκτούν όσοι/όσες έχουν ολοκληρώσει επιτυχώς την παρακολούθηση εννέα τουλάχιστον τάξεων ελληνικού σχολείου στην Ελλάδα ή έχουν ολοκληρώσει επιτυχώς την παρακολούθηση των έξι τάξεων της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ή έχουν ολοκληρώσει με επιτυχία τις σπουδές τους σε Πανεπιστήμια ή ΤΕΙ. Η δήλωση και η αίτηση εγγραφής υποβάλλονται μετά τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας τους. Χρειάζεται παράβολο 100 ευρώ. Η αρμόδια υπηρεσία αναζητεί αυτεπαγγέλτως τη βεβαίωση φοίτησης από την Περιφερειακή δ/νση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης ή από το Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα. Η αίτηση απορρίπτεται εάν συντρέχουν ποινικό κώλυμα ή λόγοι δημόσιας ή εθνικής ασφάλειας.

Σε ό,τι αφορά τη διαδικασία πολιτογράφησης για τους αιτούντες ενήλικες (που δεν ανήκουν στη λεγόμενη «2η γενιά») έχουν πλέον να επιλέξουν μεταξύ της διαδικασίας συνέντευξης στην Επιτροπή Πολιτογράφησης στην οικεία Περιφέρεια (όπως ορίζεται από το Ν.3838/10) και ειδικής γραπτής διαδικασίας. Οι προδιαγραφές της γραπτής διαδικασίας, το ύψος του παραβόλου, η διενέργεια και οι όροι συμμετοχής στις εξετάσεις θα ρυθμισθούν με ΚΥΑ των υπουργείων Εσωτερικών, Οικονομικών και Παιδείας.

Ομογενείς

Με το σ/ν απλοποιούνται οι διαδικασίες πολιτογράφησης των ομογενών, όπως αυτές προβλέπονται στο «νόμο Ραγκούση» (Ν.3838/10) και στον Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας (2004). Συγκεκριμένα, οι ομογενείς αλλοδαποί, μη κάτοχοι Ειδικού Δελτίου Ταυτότητας Ομογενούς, δεν καλούνται πλέον σε συνέντευξη ενώπιον της Επιτροπής Πολιτογράφησης. Υποβάλλουν αίτηση. Στην περίπτωση αμφιβολιών ως προς τη συνδρομή των ουσιαστικών προϋποθέσεων για την πολιτογράφηση τους, ο Γενικός Γραμματέας της αρμόδιας Αποκεντρωμένης Διοίκησης παραπέμπει τον σχετικό φάκελο στην Επιτροπή Πολιτογράφησης για τη διενέργεια συνέντευξης και τη διατύπωση γνώμης.

Ομογενείς από χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, οι οποίοι κατοικούν στην Ελλάδα ανεξαρτήτως της λήξης ή μη της θεώρησης εισόδου ή του διαβατηρίου τους και είναι συγγενείς εξ αίματος α΄ και β΄ βαθμού ομογενών οι οποίοι απέκτησαν Ειδικό Δελτίο Ταυτότητας Ομογενούς ή Ελληνική Ιθαγένεια ως ομογενείς, αποκτούν την ελληνική ιθαγένεια με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης μετά από σχετική αίτηση του ενδιαφερομένου που υποβάλλεται στην αρμόδια υπηρεσία της Αποκεντρωμένης Διοίκησης του δήμου κατοικίας τους.

Σε ό,τι αφορά αυτούς που είναι συγγενείς εξ αίματος γ΄ και δ΄ βαθμού, μπορούν και πάλι να αποκτήσουν την Ελληνική Ιθαγένεια με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Στην περίπτωσή τους, η απόφαση εκδίδεται κατόπιν γνωμοδότησης της Επιτροπής Πολιτογράφησης ως προς την προσαρμογή του αιτούντος στην κοινωνική, πολιτική και πολιτιστική ζωή της χώρας. Στη σύνθεση της Επιτροπής Πολιτογράφησης για την εξέταση των αιτήσεων της παρούσας παραγράφου αντί του εκπροσώπου της Εθνικής Επιτροπής Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, μετέχει ως τακτικό μέλος εκπρόσωπος της αντιπροσωπευτικότερης οργάνωσης των ομογενών της αρμόδιας Αποκεντρωμένης Διοίκησης, που ορίζεται από τον Γ. Γραμματέα.

Σε όλες τις περιπτώσεις, η αρμόδια υπηρεσία της Αποκεντρωμένης Διοίκησης αναζητεί αυτεπαγγέλτως πιστοποιητικό ποινικού μητρώου για δικαστική χρήση και υποβάλλει ερώτημα σχετικά με τη συνδρομή λόγων δημόσιας τάξης και ασφάλειας.

[gview file="http://aapostolos79.synology.me/armoutsis-site/wp-content/uploads/rytmiseis-metanasteftikis-prostasias.pdf" save="0"]
πηγή:n
0

Ρύθμιση ληξιπρόθεσμων και βεβαιωμένων οφειλών, έως την 1η Οκτωβρίου 2014

Όλοι οι μικρομεσαίοι οφειλέτες του Δημοσίου και των ασφαλιστικών ταμείων, ακόμη κι αυτοί που έχουν ήδη υπαχθεί σε παλαιότερες ρυθμίσεις των 12, των 24 ή των 48 μηνιαίων δόσεων, έχουν τη δυνατότητα να εξοφλήσουν τα ληξιπρόθεσμα χρέη τους έως και σε 72 ή 100 μηνιαίες δόσεις, με τις νέες ρυθμίσεις τμηματικής καταβολής οφειλών που κατέθεσαν στη Βουλή οι συναρμόδιοι υπουργοί Οικονομικών και Εργασίας. Προϋπόθεση, όμως, είναι τη στιγμή υποβολής της αίτησης οι παλαιότερες ρυθμίσεις να είναι σε ισχύ.

Σύμφωνα με τα όσα ορίζουν οι νέες ρυθμίσεις, τα χρέη προς το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία που δεν υπερβαίνουν το 1.000.000 ευρώ και κατέστησαν ληξιπρόθεσμα μέχρι και την 1η Οκτωβρίου 2014, έστω κι αν έχουν ήδη υπαχθεί σε παλαιότερες ρυθμίσεις, θα μπορούν πλέον να εξοφλούνται έως και σε 100 μηνιαίες δόσεις, εφόσον δεν υπερβαίνουν τις 15.000 ευρώ, ή μέχρι 72 μηνιαίες δόσεις εφόσον υπερβαίνουν τις 15.000 ευρώ.

Οι οφειλέτες  μπορούν να υποβάλλουν αιτήσεις για την υπαγωγή στις νέες ρυθμίσεις έως και το τέλος Μαρτίου 2015. Βασική προϋπόθεση υπαγωγής είναι η μη ύπαρξη άλλων ληξιπρόθεσμων οφειλών μετά την 1η Οκτωβρίου 2014. Θα πρέπει δηλαδή να μην αφεθεί απλήρωτο κανένο νέο χρέος. Επίσης προϋπόθεση για την υπαγωγή στις ρυθμίσεις αποτελεί η υποβολή όλων των προβλεπόμενων από τον νόμο φορολογικών δηλώσεων. Το πότε ακριβώς θα ξεκινήσει η υποβολή των αιτήσεων δεν έχει ακόμη διευκρινιστεί, αλλά το πιθανότερο είναι η διαδικασία αυτή να ξεκινήσει το Νοέμβριο.

Δηλαδή τα χρέη που υπήρχαν μέχρι την 1η Οκτωβρίου μπορούν να ρυθμιστούν, αλλά οι νεώτερες υποχρεώσεις θα πρέπει να εξοφλούνται, γεγονός που δημιουργεί προβληματισμό. Η δόση του ΕΝΦΙΑ για τον Οκτώβριο π.χ. θα πρέπει να πληρωθεί γιατί δεν μπορεί να ενταχθεί στη ρύθμιση, ενώ η απλήρωτη δόση του Σεπτεμβρίου μπορεί να ρυθμιστεί. Όμως εάν κάποιος δεν έχει πληρώσει τη δόση του Σεπτεμβρίου στο παράδειγμα αυτό δεν μπορεί να πληρώσει τη δόση του Οκτωβρίου, αφού το ποσό που θα βάλει θα καλύψει την προηγούμενη οφειλή του Σεπτεμβρίου.

Οι νέες ρυθμίσεις προβλέπουν σημαντικά ευεργετήματα όπως η μείωση όλων των προσαυξήσεων, των τόκων και των προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής κατά ποσοστά από 20% έως και 90% για όσους επιλέξουν την εξόφληση των οφειλών τους σε μηνιαίες δόσεις ή η πλήρης διαγραφή όλων των προσαυξήσεων, των τόκων και των προστίμων για όσους αποφασίσουν να πληρώσουν τα χρέη τους εφάπαξ. Επιπλέον, οι ρυθμιζόμενες οφειλές θα επιβαρύνονται με επιτόκιο μειωμένο από το 8,79% στο 4,56%. Το ποσό της κάθε μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι χαμηλότερο των 50 ευρώ.

Στις νέες ευνοϊκές ρυθμίσεις μπορούν να υπαχθούν και όσοι οφειλέτες έχουν ήδη ενταχθεί σε προηγούμενες ρυθμίσεις, όπως η ρύθμιση της «νέας αρχής», που προβλέπει έως και 48 μηνιαίες δόσεις για τα χρέη που είχαν καταστεί ληξιπρόθεσμα μέχρι τις 31-12-2012, ή η «πάγια ρύθμιση», η οποία προβλέπει την εξόφληση των οφειλών έως και σε 12 ή 24 μηνιαίες δόσεις. Προϋπόθεση είναι να παραμείνουν συνεπείς στην καταβολή των δόσεων των ρυθμίσεών τους μέχρι και την ημερομηνία που θα υποβάλουν τις αιτήσεις για την υπαγωγή στις νέες ρυθμίσεις.

Εφόσον, δηλαδή, κάποιος έχει ήδη ρύθμιση για τις οφειλές του και την χάσει μέχρι να κάνει την αίτηση, δεν θα μπορεί να ενταχθεί στις 72-100 δόσεις.

Ειδικά για όσους είναι ενταγμένοι στη ρύθμιση της «νέας αρχής» (48 δόσεις), προβλέπονται ισχυρά κίνητρα παραμονής ώστε να αποτραπεί η μετάβασή τους στις νέες ρυθμίσεις. Συγκεκριμένα, προβλέπεται ότι όσοι κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου έχουν υπαχθεί στη ρύθμιση της «νέας αρχής» και τηρούν τους όρους της, υπόκεινται αναδρομικά από την 1η-1-2013, σε  επιτόκιο ύψους 4,56% και δικαιούνται, αναδρομικά από την ένταξή τους στη ρύθμιση, των εκπτώσεων 20%-100% επί των προσαυξήσεων,  τόκων  και προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής που προβλέπουν οι νέες ρυθμίσεις.
Πάντως, όσοι από αυτούς που θα ενταχθούν στις νέες ρυθμίσεις δημιουργήσουν νέα ληξιπρόθεσμα χρέη καθώς και όσοι δεν πληρώσουν 2 δόσεις μέσα στο έτος ή καθυστερήσουν 1 δόση για πάνω από δύο μήνες, θα τίθενται εκτός των νέων ρυθμίσεων.
Για όσους ενταχθούν στις νέες ρυθμίσεις, αναστέλλονται οι κατασχέσεις και οι πλειστηριασμοί κινητών και ακινήτων περιουσιακών στοιχείων που τυχόν τούς έχουν επιβληθεί. Ωστόσο οι κατασχέσεις απαιτήσεών τους εις χείρας τρίτων, δηλαδή οι κατασχέσεις μισθών, συντάξεων, κοινωνικών επιδομάτων, ενοικίων και καταθέσεων, θα εξακολουθούν να επιβάλλονται έως ότου εξοφλήσουν το 50% των ρυθμιζόμενων οφειλών τους. Επίσης οι φορολογικές αρχές θα μπορούν συμψηφίζουν απαιτήσεις από το Δημόσιο που έχουν οι οφειλέτες που θα έχουν υπαχθεί στις νέες ρυθμίσεις με τα ανεξόφλητα υπόλοιπα των οφειλών τους προς το Δημόσιο, μέχρι να καλυφθεί το 1/7 των υπολοίπων αυτών.

Αναλυτικά τι προβλέπει η τροπολογία:

Άρθρο 1o
Ρύθμιση φορολογικών οφειλών
1. Για οφειλέτες με βεβαιωμένες και ληξιπρόθεσμες οφειλές στη Φορολογική Διοίκηση, έως την 1η Οκτωβρίου  2014, σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (εφεξής Κ.Φ.Δ.) και τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (εφεξής (Κ.Ε.Δ.Ε.), δύναται να διενεργείται  ρύθμιση τμηματικής καταβολής, με απαλλαγή κατά ποσοστό από τις προσαυξήσεις, τους τόκους και τα πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις, κατά την ίδια ως άνω ημερομηνία, ως ακολούθως:

Η έκπτωση στις προσαυξήσεις

α) Εφάπαξ, με απαλλαγή κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%)
β) Έως δώδεκα (12) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό ενενήντα τοις εκατό  (90%)  γ) Έως είκοσι τέσσερις (24) μηνιαίες δόσεις,  δ) Έως τριάντα έξι (36) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό εβδομήντα τοις εκατό (70%)  ε) Έως σαράντα οκτώ (48) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό εξήντα τοις εκατό (60%)  στ) Έως εξήντα (60) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) ζ) Έως εβδομήντα δύο (72) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) η) Έως εκατό (100) μηνιαίες δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%)

2. Στη ρύθμιση της προηγούμενης παραγράφου δύνανται να υπαχθούν  κύριες ληξιπρόθεσμες οφειλές φυσικών ή νομικών προσώπων ή νομικών οντοτήτων  έως ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ, κατόπιν αίτησης  ,  η οποία υποβάλλεται στη Φορολογική Διοίκηση μέχρι  την τελευταία εργάσιμη ημέρα του  Μαρτίου  2015. Οι οφειλέτες του προηγούμενου εδαφίου προκειμένου να υπάγονταιστις διατάξεις του παρόντος άρθρου ,  πρέπει  να έχουν υποβάλλει τις προβλεπόμενες από το  νόμο φορολογικές δηλώσεις καθώς και να είναι φορολογικά ενήμεροι καθ’ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης.

3.   Εξαιρετικά, για την υπαγωγή στη περίπτωση η’ της παραγράφου 1, το ποσό της ρυθμιζόμενης οφειλής  δεν μπορεί να υπερβαίνει τις δέκα πέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ.

4. Μετά  την υπαγωγή, και υπό την προϋπόθεση της τήρησης του προγράμματος τμηματικής καταβολής, δεν υπολογίζονται τα  πρόστιμα των άρθρων 57 και 59 του Κ.Φ.Δ. και του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε.

Το επιτόκιο

5. Οι οφειλές που υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης του παρόντος άρθρου, αντί των κατά Κ.Ε.Δ.Ε. και κατά Κ.Φ.Δ. τόκων,προσαυξήσεων και προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής, από την υπαγωγή σε ρύθμιση,  επιβαρύνονται με τόκο  που ανέρχεται σε τέσσερις και πενήντα έξι εκατοστιαίες μονάδες (4,56%) ετησίως.

6. Το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης της ρύθμισης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των πενήντα (50) ευρώ.

Ποιες οφειλές υπάγονται

7. Στη ρύθμιση υπάγεται υποχρεωτικά το σύνολο των βεβαιωμένων και ληξιπρόθεσμων έως την 1η Οκτωβρίου 2014  οφειλών που δεν έχουν τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής ή διευκόλυνση ή άλλη νομοθετική ρύθμιση τμηματικής καταβολής. Επίσης, δύνανται να υπαχθούν μετά από επιλογή του οφειλέτη  και βεβαιωμένες έως και την 1η Οκτωβρίου  2014 οφειλές που κατά την ημερομηνία της αίτησης:
α) τελούν σε αναστολή, διοικητική ή δικαστική ή εκ του νόμου ή
β) δεν έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες ή
γ) έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση ή διευκόλυνση τμηματικής καταβολής, η οποία είναι σε ισχύ.

Όσοι έχουν παλαιές ρυθμίσεις

8.Όσοι κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου έχουν υπαχθεί στη ρύθμιση της «νέας αρχής» της υποπαραγράφου Α.1 της παραγράφου Α του ν. 4152/2013 (ΦΕΚ Α’ 107) και τηρούν τους όρους της ρύθμισης αυτής, υπόκεινται  αναδρομικά, από 1-1-2013, σε  επιτόκιο  ύψους 4,56% και τυγχάνουν των εκπτώσεων επί των προσαυξήσεων ,  τόκων  και προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής του παρόντος, δικαιούμενοι να επιλέξουν να υπαχθούν στην παρούσα ρύθμιση.

Όσοι κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου έχουν υπαχθεί στη ρύθμιση της «νέας αρχής» της υποπαραγράφου Α.1 της παραγράφου Α του ν. 4152/2013 (ΦΕΚ Α’ 107) και τηρούν τους όρους της ρύθμισης αυτής, δικαιούνται να διατηρήσουν τη  ρύθμιση της υποπαραγράφου Α.1 της παραγράφου Α του ν. 4152/2013 (ΦΕΚ Α’ 107) και πέραν των οριζομένων στο προηγούμενο εδάφιο έχουν ως πρόσθετο  ευεργέτημα τη μείωση κατά ποσοστό 20% των προσαυξήσεων, τόκων και προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής αναδρομικά από την ημερομηνία ένταξής τους στη ρύθμιση.

Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων  Εσόδων , η οποία εκδίδεται εντός προθεσμίας ενός μηνός από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, καθορίζονται οι ειδικότερες λεπτομέρειες για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου

9. Η ρύθμιση χορηγείται ανά οφειλέτη και αφορά και  τις οφειλές για τις οποίες αυτός ευθύνεται αλληλεγγύως. Πρόσωπα που ευθύνονται αλληλεγγύως  για την καταβολή μέρους της οφειλής δικαιούνται να ρυθμίσουν το εν λόγω  μέρος.

10. Στην περίπτωση που ο οφειλέτης επιλέξει σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης να εξοφλήσει εφάπαξ  τις υπόλοιπες δόσεις των ρυθμισμένων οφειλών , τυγχάνει  απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων, τόκων και προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής, σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται με την εξόφληση, σύμφωνα με την παράγραφο 1.

Μη εμπρόθεσμη καταβολή

11. Η μη εμπρόθεσμη καταβολή δόσης, έχει ως συνέπειες :

α)απώλεια των ευεργετημάτων της ρύθμισης, β) υποχρέωση άμεσης καταβολή του υπολοίπου της οφειλής, σύμφωνα με τα στοιχεία βεβαίωσης, συνυπολογιζομένων των προσαυξήσεων,  τόκων και προστίμων εκπρόθεσμης καταβολής, τα οποία αναβιώνουν, και γ)  άμεση επιδίωξη της είσπραξής της  με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα.

Οι συνέπειες  του προηγούμενου εδαφίου δεν επέρχονται εάν ο οφειλέτης, μετά την πάροδο εξαμήνου από την ένταξη σε ρύθμιση και την πλήρωση των όρων αυτής :

α) δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα μέχρι δύο (2) δόσεις ανά έτος προγράμματος ρύθμισης, ή

β) δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα μία δόση της ρύθμισης ανά έτος προγράμματος ρύθμισης για χρονικό διάστημα μέχρι δύο (2) μήνες .

Για τις ως άνω περιπτώσεις α’ και β’ , η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με μηνιαία προσαύξηση δύο τοις εκατό (2%).

Επανένταξη στη ρύθμιση

12. Σε  περιπτώσεις απώλειας της ρύθμισης για λόγους ανωτέρας βίας, ο οφειλέτης δύναται εντός δύο (2) μηνών από την απώλεια αυτής να υποβάλει άπαξ αίτηση επανένταξής του στη ρύθμιση με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις και για τον εναπομείναντα αριθμό δόσεων αυτής. Το αίτημα επανένταξης υποβάλλεται εγγράφως και περιέχει τα στοιχεία που θεμελιώνουν την ανωτέρα βία. Η Φορολογική Διοίκηση αποφαίνεται επί του αιτήματος εντός δέκα πέντε (15) εργασίμων ημερών από την αίτηση. Εάν η Φορολογική Διοίκηση δεν αποφανθεί εντός του ανωτέρω χρονικού διαστήματος, το αίτημα θεωρείται, ότι έχει απορριφθεί.

Φορολογική ενημερότητα

13. Η υπαγωγή και συμμόρφωση στη ρύθμιση τμηματικής καταβολής παρέχει στον οφειλέτη τα ακόλουθα ευεργετήματα:
α) χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας και βεβαίωση οφειλής  από τη Φορολογική Διοίκηση, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 12 του Κ.Φ.Δ., όπως ισχύει,
β) αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε κατά τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 (ΦΕΚ Α’ 43) ή, εφόσον άρχισε η εκτέλεση της, διακόπτεται. Αναστέλλεται η παραγραφή του αδικήματος  κατά το χρονικό διάστημα της αναστολής της ποινικής δίωξης, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του άρθρου 113 του ΠΚ,
γ) αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης.Οι ήδη επιβληθείσες κατασχέσεις στα χέρια τρίτων αίρονται μετά από αίτηση του οφειλέτη, αφού εξοφληθεί το 50% της αρχικής βασικής ρυθμιζόμενης οφειλής.  Η Φορολογική Διοίκηση δύναται να εξετάζει αίτημα περιορισμού κατασχέσεων εις χείρας τρίτων , σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 30 του ν.δ. 356/1974 – Κ.Ε.Δ.Ε. όπως εκάστοτε ισχύει.
δ) αναστέλλεται η εκτέλεση του μέτρου του άρθρου 7 του ν. 2120/1993 (Α` 24), όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 22 παρ. 3 του ν. 2523/1997 (Α` 179).

Συμψηφισμοί

14. Η Φορολογική Διοίκηση προβαίνει σε συμψηφισμό των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη κατά του Δημοσίου και μέχρι την κάλυψη του ποσού που αντιστοιχεί στο 1/7 των εναπομεινασών δόσεων, κατά τις διατάξεις του άρθρου 83 του ν.δ. 356/74 (Κ.Ε.Δ.Ε.)  και μετά τη συμμόρφωση του οφειλέτη στη ρύθμιση τμηματικής καταβολής που του χορηγήθηκε .

15. Η Φορολογική Διοίκηση διατηρεί το δικαίωμα και μετά τη συμμόρφωση του οφειλέτη στη ρύθμιση τμηματικής καταβολής που του χορηγήθηκε:

α) να εγγράφει υποθήκη σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, των συνυπόχρεων προσώπων ή των εγγυητών, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη,

β) να μην χορηγεί αποδεικτικό ενημερότητας για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπραγμάτου δικαιώματος επ’ αυτού, στα πρόσωπα της περίπτωσης α’, ακόμη και αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις χορήγησης αυτού, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη,

γ) να παρακρατεί μέρος της χρηματικής απαίτησης του οφειλέτη κατά τρίτων προσώπων για την είσπραξη της οποίας ζητείται αποδεικτικό ενημερότητας και μέχρι την κάλυψη του 1/7  της υπολειπόμενης ρυθμισμένης οφειλής.

16. Τα ποσά που εισπράττονται από παρακράτηση λόγω της χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας ή κατόπιν αυτεπάγγελτου συμψηφισμού, καλύπτουν δόση ή δόσεις της χορηγηθείσας ρύθμισης, εφόσον δεν πιστώνονται διαφορετικά. Ομοίως, τα αποδιδόμενα ποσά από πράξεις εκτέλεσης, λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της χορηγηθείσας ρύθμισης, εφόσον εισπράττονται κατά τη διάρκεια αυτής και δεν πιστώνονται σε άλλες οφειλές που δεν έχουν ρυθμιστεί ή πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις.

17. Η παραγραφή των οφειλών, για τις οποίες υποβάλλεται αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση αναστέλλεται από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και για ολόκληρο το χρονικό διάστημα που αφορά η ρύθμιση ανεξαρτήτως καταβολής οποιουδήποτε ποσού και δεν συμπληρώνεται πριν παρέλθει ένα έτος από τη λήξη του έτους της τελευταίας δόσης αυτής.

18. Αρμόδιος για τη χορήγηση της ρύθμισης του παρόντος άρθρου είναι ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων, ο οποίος δύναται με απόφασή του να μεταβιβάζει  την αρμοδιότητα αυτή σε άλλα όργανα της Φορολογικής Διοίκησης.

19. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων καθορίζονται: α) η διαδικασία υπαγωγής στις ανωτέρω διατάξεις και μέσω της διαδικτυακής εφαρμογής της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων , β) η ημερομηνία και ο τρόπος  καταβολής των δόσεων και γ) κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου .

20. Από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος δεν επιτρέπεται η χορήγηση ρυθμίσεων τμηματικής καταβολής κατά τις διατάξεις της υποπαραγράφου Α1 της παραγράφου Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α’ 107), για τους οφειλέτες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής  του παρόντος άρθρου.

Οφειλές προς τα ασφαλιστικά ταμεία

Άρθρο 4ο
Διατάξεις αρμοδιότητος Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας-Ρύθμιση οφειλών προς τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης

1. Στους οφειλέτες με ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης πλην ΝΑΤ, μέχρι την 30-9-2014, δύναται να χορηγείται ρύθμιση ως ακολούθως:

α) Εφάπαξ εξόφληση της οφειλής με ποσοστό έκπτωσης 100% επί των νομίμων προσαυξήσεων, τελών καθυστέρησης και λοιπών επιβαρύνσεων
β) Εξόφληση μέχρι δώδεκα (12) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, με ποσοστό έκπτωσης 90%
γ) Εξόφληση μέχρι είκοσι τέσσερις (24) ισόποσες μηνιαίες δόσεις,  με ποσοστό έκπτωσης 80%
δ) Εξόφληση μέχρι τριάντα έξι (36) ισόποσες μηνιαίες δόσεις,  με ποσοστό έκπτωσης 70%
ε) Εξόφληση μέχρι σαράντα οκτώ (48) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, με ποσοστό έκπτωσης 60%
στ) Εξόφληση μέχρι εξήντα (60) ισόποσες μηνιαίες δόσεις,  με ποσοστό έκπτωσης 50%
ζ)  Εξόφληση μέχρι εβδομήντα δύο (72)  ισόποσες μηνιαίες δόσεις,  με ποσοστό έκπτωσης 30%
η) Εξόφληση μέχρι εκατό (100) ισόποσες μηνιαίες δόσεις, με ποσοστό έκπτωσης 20%

Η κύρια οφειλή βαρύνεται από 1-1-2013 με ετήσιο επιτόκιο 4,56%.

2. Εξαιρετικά, για την υπαγωγή στη περίπτωση η) της παραγράφου 1, το ποσό της κύριας ρυθμιζόμενης οφειλής φυσικών και νομικών προσώπων δεν μπορεί να υπερβαίνει τις δέκα πέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ.

3. Στη ρύθμιση δύναται να υπαχθεί ποσό κύριας ληξιπρόθεσμης οφειλής έως 1.000.000 ευρώ.

4. Η αίτηση του οφειλέτη για την υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος άρθρου των ληξιπρόθεσμων οφειλών που έχουν δημιουργηθεί έως την 30-9-2014 κατατίθεται μέχρι και την τελευταία εργάσιμη ημέρα του  Μαρτίου του 2015.

5. Στην παρούσα ρύθμιση δύνανται να υπαχθούν κατόπιν σχετικού αιτήματος του οφειλέτη και οι έως την 30-9-2014 οφειλές προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης πλην ΝΑΤ, οι οποίες τελούν σε αναστολή διοικητική ή δικαστική ή εκ του νόμου.

6. Το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης της ρύθμισης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των πενήντα (50) ευρώ.

7. Αρμόδια όργανα για την έκδοση απόφασης υπαγωγής στη ρύθμιση είναι:

α) Για το Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ.: Οι διευθυντές των οικείων περιφερειακών ή τοπικών υποκαταστημάτων ή οι διευθυντές των οικείων ταμείων προκειμένου για περιφερειακά ή τοπικά υποκαταστήματα στην περιοχή των οποίων λειτουργούν Ταμεία Είσπραξης Εσόδων Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ και το Κέντρο Είσπραξης Ασφαλιστικών οφειλών (ΚΕΑΟ).

β) Για τους λοιπούς ασφαλιστικούς φορείς: Ο αρμόδιος διευθυντής του οικείου φορέα ή οι διευθυντές ή προϊστάμενοι των περιφερειακών ή λοιπών τοπικών μονάδων.

γ) Οποιαδήποτε άλλη οργανική μονάδα του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ή άλλων φορέων κοινωνικής ασφάλισης καθοριστεί με απόφαση του Υπουργού Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας.

8. Η αίτηση για την υπαγωγή στη ρύθμιση δύναται να υποβάλλεται στις αρμόδιες υπηρεσίες ή ηλεκτρονικά, μέσω διαδικτυακής εφαρμογής.

9. Απαραίτητη προϋπόθεση για την υπαγωγή στις διατάξεις του παρόντος άρθρου, είναι η υποβολή των αναλυτικών περιοδικών δηλώσεων όπου προβλέπεται, καθώς και η καταβολή των τρεχουσών ασφαλιστικών εισφορών από 1-10-2014 και εφεξής.

10. Οι πληρωμές διενεργούνται με τη διαδικασία αυτόματης χρέωσης τραπεζικού λογαριασμού. Για την καταβολή των δόσεων δεν απαιτείται ιδιαίτερη ειδοποίηση του οφειλέτη.

11. Κατά τη διάρκεια της ρύθμισης και εφόσον τηρούνται οι όροι αυτής:

α) Χορηγείται στους υπόχρεους μηνιαίο πιστοποιητικό οφειλών, στο οποίο πιστοποιείται και το υπολειπόμενο ποσό οφειλής και το οποίο επέχει θέση αποδεικτικού ασφαλιστικής ενημερότητας.
Για τις επιχειρήσεις του εδαφίου ε΄ της παραγράφου 5  του άρθρου 8 του α.ν. 1846/1951, όπως ισχύει, που θα υπαχθούν σε καθεστώς ρύθμισης με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου και είναι συνεπείς με τους όρους αυτών, θα χορηγείται πιστοποιητικό οφειλής, για την είσπραξη λογαριασμών δημοσίου έργου, χωρίς παρακράτηση, εφόσον το έργο για το οποίο χορηγείται το πιστοποιητικό δεν οφείλει τρέχουσες ή ληξιπρόθεσμες οφειλές. Σε περίπτωση ύπαρξης οφειλής του έργου θα χορηγείται πιστοποιητικό οφειλής με παρακράτηση, τη συνολική οφειλή του έργου.

β) Αναστέλλεται η ποινική δίωξη σε βάρος των υπευθύνων κατά τις διατάξεις των παρ. 1 και 2 του άρθρου 1 του α.ν. 86/1967 (Α’ 136), όπως ισχύουν και αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε ή εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της διακόπτεται. Κατά το χρονικό διάστημα της αναστολής της ποινικής δίωξης αναστέλλεται η παραγραφή του αδικήματος, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του άρθρου 113 του ΠΚ.

γ) Αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων. Αν ο οφειλέτης απολέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται.

δ) Αναστέλλεται η παραγραφή των οφειλών, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 2 του ν.2556/1997  (Α’ 270).

12. Η μη εμπρόθεσμη καταβολή δόσης κατά τη διάρκεια της ρύθμισης, ή η μη καταβολή των τρεχουσών εισφορών, έχει ως συνέπειες:

α) την απώλεια των ευεργετημάτων της ρύθμισης,

β) την κατάσταση ως απαιτητού του συνόλου του υπολοίπου της οφειλής και των προηγούμενων προσαυξήσεων και τόκων,

γ) την επιδίωξη της είσπραξής της με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα.

Οι συνέπειες του προηγούμενου εδαφίου δεν επέρχονται εάν ο οφειλέτης, μετά την πάροδο εξαμήνου από την ένταξη σε ρύθμιση και την πλήρωση των όρων αυτής:

α) δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα μέχρι δύο (2) δόσεις ανά έτος προγράμματος ρύθμισης, ή

β) δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα μια δόση της ρύθμισης ανά έτος προγράμματος ρύθμισης για χρονικό διάστημα μέχρι δύο (2) μηνών.

Για τις ως άνω περιπτώσεις α) και β) η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με μηνιαία προσαύξηση δύο τοις εκατό (2%).

13. Κατ’ εξαίρεση σε περιπτώσεις απώλειας της ρύθμισης για λόγους ανωτέρας βίας ο οφειλέτης δύναται εντός δυο (2) μηνών από την απώλεια αυτής να υποβάλει άπαξ αίτηση επανένταξής του στη ρύθμιση με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις και για τον εναπομείναντα αριθμό δόσεων αυτής. Το αίτημα επανένταξης υποβάλλεται εγγράφως και περιέχει τα στοιχεία που θεμελιώνουν την ανωτέρα βία. Η αρμόδια υπηρεσία αποφαίνεται επί του αιτήματος εντός δέκα πέντε (15) εργασίμων ημερών από την αίτηση. Εάν δεν ληφθεί απόφαση εντός του ανωτέρω χρονικού διαστήματος, το αίτημα θεωρείται ότι έχει απορριφθεί.

14. Για τους οφειλέτες που υποβάλλουν αίτηση υπαγωγής στις διατάξεις του παρόντος άρθρου και για χρονικό διάστημα δέκα ημερών:

α. Αναστέλλεται η ποινική δίωξη σε βάρος των υπευθύνων κατά τις διατάξεις των παρ. 1 και 2 του άρθρου 1 του α.ν. 86/1967 (Α’ 136), όπως ισχύει σήμερα.

β. Αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε ή εφόσον, άρχισε η εκτέλεσή της, διακόπτεται.

15. Στην περίπτωση που ο οφειλέτης επιλέξει σε οποιαδήποτε στάδιο της ρύθμισης να εξοφλήσει εφάπαξ τις υπόλοιπες δόσεις των ρυθμισμένων οφειλών, τυγχάνει απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται με την εξόφληση σύμφωνα με την παρ. 1.

16. Ο συμψηφισμός σύμφωνα με την περ. 2 της υποπαραγράφου ΙΑ.2 της παραγράφου ΙΑ του άρθρου πρώτου Ν. 4254/2014 (Α 85) χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη έναντι του Δημοσίου που προέρχονται από επιστροφές φόρου προστιθέμενης αξίας και φόρου εισοδήματος με οφειλές στους φορείς κοινωνικής ασφάλισης, χωρεί και μετά τη συμμόρφωση του οφειλέτη στη ρύθμιση
τμηματικής καταβολής που του χορηγήθηκε, μέχρι του ποσού που αντιστοιχεί έως το 1/7 των εναπομεινασών δόσεων.

17. Όσοι κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου έχουν υπαχθεί στη ρύθμιση της «νέας αρχής» της υποπαραγράφου ΙΑ.2 της παραγράφου ΙΑ΄ του ν.4152/2013 (Α΄107) και τηρούν τους όρους της ρύθμισης αυτής, υπόκεινται αναδρομικά, από 1-1-2013, σε επιτόκιο ύψους 4,56% και τυγχάνουν των εκπτώσεων επί των προσαυξήσεων, τελών καθυστέρησης και λοιπών επιβαρύνσεων του παρόντος, δικαιούμενοι να επιλέξουν να υπαχθούν στην παρούσα ρύθμιση. Όσοι κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου έχουν υπαχθεί στη ρύθμιση της «νέας αρχής» της υποπαραγράφου ΙΑ.2 της παραγράφου ΙΑ΄ του ν.4152/2013 (Α΄107) και τηρούν τους όρους της ρύθμισης αυτής, δικαιούνται να διατηρήσουν τη ρύθμιση της υποπαραγράφου ΙΑ.2 της παραγράφου ΙΑ΄ του ν.4152/2013 ( Α΄107) και πέραν των οριζομένων στο προηγούμενο εδάφιο έχουν ως πρόσθετο ευεργέτημα τη μείωση κατά ποσοστό 20% των προσαυξήσεων, τελών καθυστέρησης και λοιπών επιβαρύνσεων αναδρομικά από την ημερομηνία ένταξής τους στη ρύθμιση.
Με απόφαση του υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, η οποία εκδίδεται εντός προθεσμίας ενός (1) μηνός από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, καθορίζονται οι ειδικότερες λεπτομέρειες για την εφαρμογή της παραγράφου 17 του παρόντος άρθρου.

18. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας καθορίζεται κάθε άλλο αναγκαίο ζήτημα και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

19. Από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος δεν επιτρέπεται η χορήγηση ρυθμίσεων τμηματικής καταβολής κατά τις διατάξεις της υποπαραγράφου ΙΑ.2 της παραγράφου ΙΑ του ν. 4152/2013 (Α’ 107), για τους οφειλέτες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος άρθρου.

[gview file=”http://aapostolos79.synology.me/armoutsis-site/wp-content/uploads/9060664.pdf” save=”0″ cache=”0″]
πηγή: money-money.gr/
0

Αντισυνταγματική η δέσμευση τραπεζικών λογαριασμών από το Δημόσιο

Με απόφαση της η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας απεφάνθη ότι το μέτρο της δέσμευσης των τραπεζικών λογαριασμών και οιουδήποτε είδους περιουσιακών στοιχείων κατά τη διάταξη του άρθρου 30 παρ. 5 περ. ε΄ του ν. 3296/2004 συνεπάγεται σοβαρή επέμβαση σε συνταγματικώς προστατευόμενα αγαθά του ελεγχομένου προσώπου

Συγκεκριμένα, δεδομένου ότι καθ’ όσον χρόνο διαρκεί η δέσμευση το ελεγχόμενο πρόσωπο στερείται της δυνατότητας χρήσεως και διαθέσεως των δεσμευθέντων περιουσιακών στοιχείων του (και δη ρευστού χρήματος και κινητών αξιών φυλασσομένων σε πιστωτικά ιδρύματα), το πρόσωπο αυτό υφίσταται σοβαρό περιορισμό των περιουσιακών δικαιωμάτων του και της οικονομικής και επαγγελματικής ελευθερίας του, ήτοι αγαθών, των οποίων η προστασία κατοχυρώνεται με τις διατάξεις των άρθρων 17 παρ.1 και 5 παρ.1 του Συντάγματος. Και ναι μεν η θέσπιση του μέτρου αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος [ήτοι, στη διατήρηση των περιουσιακών στοιχείων του ελεγχομένου προσώπου για να είναι δυνατή η ικανοποίηση των αξιώσεων του Δημοσίου κατ’ αυτού σε περίπτωση διαπιστώσεως – βάσει του πορίσματος της σχετικής έρευνας – της εκ μέρους του τελέσεως της πιθανολογηθείσης παραβάσεως, καθώς επίσης και στη διασφάλιση των αναγκαίων στοιχείων για την έρευνα], αλλά ο ως άνω σκοπός του νομοθέτη – και μόνον αυτός – δεν εξαρκεί για να καταστήσει συνταγματικώς ανεκτή τη ρύθμιση, εφ’ όσον μάλιστα αυτή δεν έτυχε περαιτέρω εξειδικεύσεως με το π.δ. 85/2005. Επεβάλλετο, επί πλέον, εν όψει επεμβάσεως του κοινού νομοθέτη σε συνταγματικώς κατοχυρωμένα δικαιώματα, αφ’ ενός μεν να διαγράφονται οι προϋποθέσεις της δεσμεύσεως των περιουσιακών στοιχείων στον ίδιο τον νόμο κατά τρόπο σαφή και αντικειμενικό, σύμφωνα με τις επιταγές της αρχής του κράτους δικαίου, αφ’ ετέρου δε η ρύθμιση να κινείται εντός των ορίων που τάσσει η συνταγματική αρχή της αναλογικότητας. Όμως, η διάταξη του άρθρου 30 παρ. 5 περ. ε΄ του ν. 3296/2004 ορίζει ότι η δέσμευση των τραπεζικών λογαριασμών και περιουσιακών στοιχείων επιβάλλεται «σε ειδικές περιπτώσεις διασφάλισης συμφερόντων του Δημοσίου ή περιπτώσεις οικονομικού εγκλήματος και μεγάλης έκτασης φοροδιαφυγής και λαθρεμπορίου».

Με τη χρήση αυτών των αορίστων εννοιών καταλείπεται ευρύτατο περιθώριο διακριτικής ευχέρειας στη Διοίκηση, χωρίς να καθορίζονται από τον ίδιο τον νομοθέτη, κατά τρόπο αρκούντως σαφή και συγκεκριμένο, οι προϋποθέσεις της επιβολής του μέτρου.

Περαιτέρω, ο νομοθέτης δεν θέτει περιορισμό ως προς την έκταση των περιουσιακών στοιχείων, τα οποία επιτρέπεται να τίθενται υπό δέσμευση από τη Διοίκηση, ούτε – κυρίως – ως προς τη χρονική διάρκεια της δεσμεύσεως. Τέλος, δεν ρυθμίζεται ειδικότερα η διαδικασία της επιβολής και της άρσεωςτης δεσμεύσεως των περιουσιακών στοιχείων, με σχετική νομοθετική πρόβλεψη διαδικαστικών εγγυήσεων, ανάλογων προς τη σοβαρότητα του κατά περίπτωση λαμβανόμενου μέτρου.

Υπό τα ανωτέρω δεδομένα,η διάταξη του άρθρου 30 παρ. 5 περ. ε΄ του ν. 3296/2004, ως έχει, αντίκειται στα άρθρα 5 παρ.1, 17 παρ.1 και 25 παρ.1 του Συντάγματος και δεν δύναται να προσλάβει άλλο περιεχόμενο, ώστε να καταστεί συνταγματικώς ανεκτή, με ερμηνεία της από τον δικαστή, διότι το έργο τούτο θα υπερέβαινε τα όρια της ερμηνείας και θα ισοδυναμούσε με θέσπιση νέας διατάξεως, ήτοι με άσκηση νομοθετικής εξουσίας. Για τους εκτεθέντες δε λόγους η διάταξη αντίκειται και στο άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α.

 

ΣτΕ  3316/2014

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 6 Δεκεμβρίου 2013, με την εξής σύνθεση: Σωτ. Ρίζος, Πρόεδρος, Νικ. Ρόζος, Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, Ν. Μαρκουλάκης, Γ. Παπαγεωργίου, Μ. Βηλαράς, Δ. Αλεξανδρής, Γ. Ποταμιάς, Ι. Γράβαρης, Γ. Τσιμέκας, Φ. Ντζίμας, Ηρ. Τσακόπουλος, Μ. Παπαδοπούλου, Β. Αραβαντινός, Α. Καλογεροπούλου, Ο. Ζύγουρα, Β. Ραφτοπούλου, Κ. Φιλοπούλου, Κ. Πισπιρίγκος, Δ. Μακρής, Σύμβουλοι, Κ. Λαζαράκη, Κ. Μαρίνου, Μ. Αθανασοπούλου, Πάρεδροι.

Από τους ανωτέρω οι Σύμβουλοι Β. Αραβαντινός και Β. Ραφτοπούλου καθώς και η Πάρεδρος Μ. Αθανασοπούλου μετέχουν ως αναπληρωματικά μέλη, σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ. 2 του ν. 3719/2008.

Γραμματέας η Μ. Παπασαράντη.

Για να δικάσει την από 21 Οκτωβρίου 2011 αίτηση: του .. του .., κατοίκου … των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, ο οποίος παρέστη με τους δικηγόρους : α. Αριστέα Ράγια (Α.Μ. 255 Δ.Σ. Καρδίτσας) και β. Ανδρέα Τσουρουφλή (Α.Μ. 18061), που τους διόρισε με πληρεξούσιο, κατά του Υπουργού Οικονομικών, ο οποίος παρέστη με τον Θεόδωρο Ψυχογιό, Νομικό Σύμβουλο του Κράτους. Στη δίκη παρεμβαίνει η … του …, κάτοικος Αθηνών (… ..), η οποία παρέστη με το δικηγόρο Μιχάλη Παλάρα (Α.Μ. 25822), που τον διόρισε με πληρεξούσιο.

Η πιο πάνω αίτηση παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατόπιν της υπ’ αριθμ. 1032/2013 αποφάσεως του Δ’ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, προκειμένου να επιλύσει η Ολομέλεια το ζήτημα που αναφέρεται στην απόφαση. Με την αίτηση αυτή ο αιτών επιδιώκει να ακυρωθεί η υπ΄ αριθμ. ΕΜΠ 25/24.5.2011 πράξη του Προϊσταμένου της Περιφερειακής Διευθύνσεως Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.). Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της παραπεμπτικής αποφάσεως, η οποία επέχει θέσει εισηγήσεως, από τον εισηγητή Σύμβουλο, Κ. Πισπιρίγκο. Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τους πληρεξουσίους του αιτούντος οι οποίοι ανέπτυξαν και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησαν να γίνει δεκτή η αίτηση, τον πληρεξούσιο της παρεμβαίνουσας, ο οποίος ζήτησε να γίνει δεκτή η παρέμβαση και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της. Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου

 

1. Επειδή, για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως κατεβλήθη το νόμιμο παράβολο (υπ’ αριθμ. Α. 3091384 – 6/2011 ειδικά γραμμάτια παραβόλου).

2. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση ζητείται η ακύρωση της ΕΜΠ 25/24.5.2011 πράξεως του Προϊσταμένου της Περιφερειακής Διεύθυνσης Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.), με την οποία αποφασίσθηκε η δέσμευση πάσης φύσεως τραπεζικών λογαριασμών, τραπεζικών προϊόντων, στοιχείων και θυρίδων του αιτούντος. 3. Επειδή, η υπόθεση συζητήθηκε κατά τη δικάσιμο της 18.9.2012 ενώπιον του Δ΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας. Το Δ΄ Τμήμα έκρινε, με την 1032/2013 απόφαση, ότι πρέπει να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη, διότι ερείδεται επί της διατάξεως του 30 παρ. 5 περ. ε΄ του ν. 3296/2004, η οποία αντίκειται στα άρθρα 5 παρ. 1, 17 παρ. 1, 25 παρ. 1 του Συντάγματος και 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. Δεδομένου, όμως, ότι η ακύρωση της προσβαλλομένης πράξεως με τo ως άνω αιτιολογικό συνδέεται και με κρίση περί αντισυνταγματικότητας διατάξεως τυπικού νόμου, το Δ΄ Τμήμα δεν απεφάνθη οριστικώς και με την ως άνω 1032/2013 απόφαση παρέπεμψε στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, προς επίλυση, το ζήτημα της συνταγματικότητας της διατάξεως του 30 παρ. 5 περ. ε΄ του ν. 3296/2004, σύμφωνα με το άρθρο 100 παρ. 5 του Συντάγματος, όπως ισχύει μετά την αναθεώρησή του με το από 6.4.2001 Ψήφισμα της Ζ΄ Αναθεωρητικής Βουλής.

4. Επειδή, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 2479/1997 (Α΄67), σε δίκη ενώπιον του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου, της Ολομελείας του Συμβουλίου Επικρατείας, της Ολομελείας του Αρείου Πάγου ή της Ολομελείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, στην οποία τίθεται ζήτημα συνταγματικότητας διατάξεως τυπικού νόμου, έχουν δικαίωμα να ασκήσουν παρέμβαση, πλην άλλων, φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή ενώσεις προσώπων, τα οποία δικαιολογούν έννομο συμφέρον σε σχέση με την κρίση του ζητήματος αυτού, εφ’ όσον το ίδιο ζήτημα εκκρεμεί σε δίκη ενώπιον του ίδιου ή άλλου δικαστηρίου ή δικαστικού σχηματισμού του αυτού κλάδου Δικαιοσύνης, στην οποία είναι διάδικοι. Με την ιδιότυπη αυτή παρέμβαση προβάλλονται ερμηνευτικές απόψεις και επιχειρήματα αναφερόμενα αποκλειστικά στα τιθέμενα ζητήματα συνταγματικότητας, η δε δικαστική απόφαση δεν επάγεται έννομες συνέπειες για τον παρεμβαίνοντα. Εν προκειμένω, παραδεκτώς άσκησε παρέμβαση, προβάλλοντας ερμηνευτικές απόψεις και επιχειρήματα περί αντιθέσεως της διατάξεως του άρθρου 30 παρ. 5 περ. ε΄ του ν. 3296/2004 προς τα άρθρα 5 παρ. 1, 17 παρ. 1 του Συντάγματος και προς την αρχή της αναλογικότητας, η …., η οποία έχει ασκήσει ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας την Ε. 3733/2013 αίτηση ακυρώσεως κατά πράξεως που εκδόθηκε βάσει της ως άνω διατάξεως, ήτοι κατά της ΕΜΠ 8486/20.12.2011 πράξεως του Προϊσταμένου της Επιχειρησιακής Διεύθυνσης Ειδικών Υποθέσεων Αθηνών του Σ.Δ.Ο.Ε. που αφορά δέσμευση περιουσιακών στοιχείων της.

5. Επειδή, στο άρθρο 5 παρ.1 του Συντάγματος ορίζεται ότι «Καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα και τα χρηστά ήθη», στο άρθρο 17 παρ.1 ότι «Η ιδιοκτησία τελεί υπό την προστασία του Κράτους, τα δικαιώματα όμως που απορρέουν από αυτή δεν μπορούν να ασκούνται σε βάρος του γενικού συμφέροντος» και στο άρθρο 25 παρ.1 ότι «Τα δικαιώματα του ανθρώπου, ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του κράτους … Οι κάθε είδους περιορισμοί που μπορούν κατά το Σύνταγμα να επιβληθούν στα δικαιώματα αυτά πρέπει να προβλέπονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα είτε από το νόμο, εφόσον υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού και να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας».

Εξ άλλου, στο άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της από 4.11.1950 Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών (E.Σ.Δ.Α. – ν.δ. 53/1974, Α΄ 256), ορίζονται τα ακόλουθα : «Παν φυσικόν ή νομικόν πρόσωπον δικαιούται σεβασμού της περιουσίας του.

Ουδείς δύναται να στερηθή της ιδιοκτησίας αυτού ειμή δια λόγους δημοσίας ωφελείας και υπό τους προβλεπομένους υπό του νόμου και των γενικών αρχών του διεθνούς δικαίου όρους.Αι προαναφερόμεναι διατάξεις δεν θίγουσι το δικαίωμα παντός Κράτους όπως θέση εν ισχύι Νόμους ους ήθελε κρίνει αναγκαίον προς ρύθμισιν της χρήσεως αγαθών συμφώνως προς το δημόσιον συμφέρον ή προς εξασφάλισιν της καταβολής φόρων ή άλλων εισφορών ή προστίμων».

6. Επειδή, με το άρθρο 30 του ν. 3296/2004 (Α΄253) ορίσθηκαν τα εξής : «1. Στο Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών συνιστάται νέα υπηρεσία με τον τίτλο “Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων” (ΥΠ.Ε.Ε.) υπαγόμενη απευθείας στον Υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών, με την έναρξη λειτουργίας της οποίας παύει η λειτουργία του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.) … 2. Κύριο έργο της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων είναι η αποκάλυψη και καταπολέμηση εστιών οικονομικού εγκλήματος, μεγάλης φοροδιαφυγής και λαθρεμπορίας, ο έλεγχος της κίνησης κεφαλαίων, ο έλεγχος της διακίνησης αγαθών και υπηρεσιών, καθώς και της κατοχής και διακίνησης απαγορευμένων ή υπό ειδικό καθεστώς ειδών και ουσιών, ο έλεγχος της ορθής εφαρμογής των διατάξεων που σχετίζονται με τις εθνικές και κοινοτικές επιδοτήσεις και επιχορηγήσεις, καθώς επίσης και των διατάξεων που αναφέρονται στην προστασία της δημόσιας περιουσίας. Ειδικότερα : α. Η έρευνα, ο εντοπισμός και η καταστολή οικονομικών παραβάσεων ιδιαίτερης βαρύτητας και σημασίας … β. Ο προληπτικός έλεγχος εφαρμογής της φορολογικής νομοθεσίας και ο προσωρινός φορολογικός έλεγχος … καθώς και ο έλεγχος εφαρμογής των διατάξεων της τελωνειακής νομοθεσίας γ. … 3. … 5.

Η Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων προβαίνει σε : α. Ελέγχους των μεταφορικών μέσων, καταστημάτων, αποθηκών και άλλων χώρων, όπου βρίσκονται αγαθά, … β. Έρευνες εγγράφων και λοιπών στοιχείων, ως και έρευνες σε άλλους χώρους που δεν αφορούν την επαγγελματική απασχόληση του ελεγχομένου, … γ. Συλλήψεις και ανακρίσεις προσώπων και έρευνες μεταφορικών μέσων, αγαθών, προσώπων, καταστημάτων, αποθηκών, οικιών και λοιπών χώρων, ως και στη διενέργεια ειδικών ανακριτικών πράξεων, … δ. Κατασχέσεις βιβλίων, εγγράφων, αγαθών, μέσων μεταφοράς και άλλων στοιχείων, … ε. Δεσμεύσεις, σε ειδικές περιπτώσεις διασφάλισης συμφερόντων του Δημοσίου ή περιπτώσεις οικονομικού εγκλήματος και μεγάλης έκτασης φοροδιαφυγής και λαθρεμπορίου, τραπεζικών λογαριασμών και περιουσιακών στοιχείων, με έγγραφο του Προϊσταμένου της αρμόδιας Περιφερειακής Διεύθυνσης της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων, ενημερώνοντας για την ενέργεια αυτή, εντός είκοσι τεσσάρων (24) ωρών, τον αρμόδιο εισαγγελέα. 6. … 7.

H οργάνωση, η διάρθρωση και οι αρμοδιότητες των υπηρεσιών που συγκροτούν την Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων, καθώς και τα θέματα λειτουργίας αυτών καθορίζονται με προεδρικά διατάγματα που εκδίδονται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Οικονομίας και Οικονομικών … 10. Η Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων λειτουργεί με βάση ειδικό κανονισμό λειτουργίας, που εγκρίνεται με προεδρικό διάταγμα, το οποίο εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών». Κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 7 του άρθρου 30 του ν. 3296/2004 εξεδόθη το π.δ. 85/2005 «Οργάνωση της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων (ΥΠ.Ε.Ε.) του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών» (Α΄ 122), στο άρθρο 2 του οποίου επαναλαμβάνονται τα ως άνω οριζόμενα στο νόμο σχετικά με την αποστολή και τις αρμοδιότητες της εν λόγω Υπηρεσίας. Τέλος, η Υπηρεσία αυτή ονομάσθηκε «Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος» (Σ.Δ.Ο.Ε.) με το άρθρο 88 παρ. 1 του ν. 3842/2010 (Α΄ 58).

7. Επειδή, με διατάξεις του άρθρου 30 του ν. 3296/2004 παρέχονται στην Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων (ΥΠ.Ε.Ε.) του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών [ήδη Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.)] ευρείες εξουσίες για την αποκάλυψη διαφόρων παραβάσεων, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και σοβαρές παραβάσεις οικονομικής φύσεως, προκειμένου στη συνέχεια να επιλαμβάνονται τα αρμόδια όργανα και να επιβάλλουν τις κυρώσεις της οικείας νομοθεσίας ή να λαμβάνουν άλλα τυχόν προβλεπόμενα μέτρα, τα οποία ενδέχεται να μην είναι αποκλειστικώς διοικητικής φύσεως. Μεταξύ των εξουσιών αυτών περιλαμβάνεται και εκείνη της επιβολής του μέτρου της δεσμεύσεως των τραπεζικών λογαριασμών και περιουσιακών στοιχείων των ελεγχομένων προσώπων, το οποίο αναφέρεται στη διάταξη της 30 παρ. 5 περ. ε΄ του ν. 3296/2004 και επαναλαμβάνεται, χωρίς να εξειδικεύεται, στην παρ. 2 εδ. ι΄ του άρθρου 2 του π.δ. 85/2005.

Το εν λόγω μέτρο έχει προληπτικό χαρακτήρα και δεν αποτελεί κύρωση για παράβαση της φορολογικής ή άλλης νομοθεσίας. Δεδομένου δε ότι η θέσπιση του μέτρου αποσκοπεί στην προστασία γενικότερου δημοσίου συμφέροντος – κατά τα κατωτέρω εκτιθέμενα – και προβλέπεται έκδοση πράξεως διοικητικού οργάνου για την επιβολή του, από την αμφισβήτηση της νομιμότητας της πράξεως αυτής γεννάται ακυρωτική διαφορά, υπαγομένη στην αρμοδιότητα του Δ΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, ανεξαρτήτως του χαρακτήρα των ελεγχομένων παραβάσεων και της φύσεως της νομοθεσίας που τις διέπει.

8. Επειδή, το κατά τη διάταξη του άρθρου 30 παρ. 5 περ. ε΄ του ν. 3296/2004 μέτρο της δεσμεύσεως των τραπεζικών λογαριασμών και οιουδήποτε είδους περιουσιακών στοιχείων συνεπάγεται σοβαρή επέμβαση σε συνταγματικώς προστατευόμενα αγαθά του ελεγχομένου προσώπου.

Συγκεκριμένα, δεδομένου ότι καθ’ όσον χρόνο διαρκεί η δέσμευση το ελεγχόμενο πρόσωπο στερείται της δυνατότητας χρήσεως και διαθέσεως των δεσμευθέντων περιουσιακών στοιχείων του (και δη ρευστού χρήματος και κινητών αξιών φυλασσομένων σε πιστωτικά ιδρύματα), το πρόσωπο αυτό υφίσταται σοβαρό περιορισμό των περιουσιακών δικαιωμάτων του και της οικονομικής και επαγγελματικής ελευθερίας του, ήτοι αγαθών, των οποίων η προστασία κατοχυρώνεται με τις διατάξεις των άρθρων 17 παρ.1 και 5 παρ.1 του Συντάγματος. Και ναι μεν η θέσπιση του μέτρου αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος [ήτοι, στη διατήρηση των περιουσιακών στοιχείων του ελεγχομένου προσώπου για να είναι δυνατή η ικανοποίηση των αξιώσεων του Δημοσίου κατ’ αυτού σε περίπτωση διαπιστώσεως – βάσει του πορίσματος της σχετικής έρευνας – της εκ μέρους του τελέσεως της πιθανολογηθείσης παραβάσεως, καθώς επίσης και στη διασφάλιση των αναγκαίων στοιχείων για την έρευνα], αλλά ο ως άνω σκοπός του νομοθέτη – και μόνον αυτός – δεν εξαρκεί για να καταστήσει συνταγματικώς ανεκτή τη ρύθμιση, εφ’ όσον μάλιστα αυτή δεν έτυχε περαιτέρω εξειδικεύσεως με το π.δ. 85/2005. Επεβάλλετο, επί πλέον, εν όψει επεμβάσεως του κοινού νομοθέτη σε συνταγματικώς κατοχυρωμένα δικαιώματα, αφ’ ενός μεν να διαγράφονται οι προϋποθέσεις τηςδεσμεύσεως των περιουσιακών στοιχείων στον ίδιο τον νόμο κατά τρόπο σαφή και αντικειμενικό, σύμφωνα με τις επιταγές της αρχής του κράτους δικαίου, αφ’ ετέρου δε η ρύθμιση να κινείται εντός των ορίων που τάσσει η συνταγματική αρχή της αναλογικότητας. Όμως, η διάταξη του άρθρου 30 παρ. 5 περ. ε΄ του ν. 3296/2004 ορίζει ότι η δέσμευση των τραπεζικών λογαριασμών και περιουσιακών στοιχείων επιβάλλεται «σε ειδικές περιπτώσεις διασφάλισης συμφερόντων του Δημοσίου ή περιπτώσεις οικονομικού εγκλήματος και μεγάλης έκτασης φοροδιαφυγής και λαθρεμπορίου».

Με τη χρήση αυτών των αορίστων εννοιών καταλείπεται ευρύτατο περιθώριο διακριτικής ευχέρειας στη Διοίκηση, χωρίς να καθορίζονται από τον ίδιο τον νομοθέτη, κατά τρόπο αρκούντως σαφή και συγκεκριμένο, οι προϋποθέσεις της επιβολής του μέτρου.

 

Περαιτέρω, ο νομοθέτης δεν θέτει περιορισμό ως προς την έκταση των περιουσιακών στοιχείων, τα οποία επιτρέπεται να τίθενται υπό δέσμευση από τη Διοίκηση, ούτε – κυρίως – ως προς τη χρονική διάρκεια της δεσμεύσεως. Τέλος, δεν ρυθμίζεται ειδικότερα η διαδικασία της επιβολής και της άρσεωςτης δεσμεύσεως των περιουσιακών στοιχείων, με σχετική νομοθετική πρόβλεψη διαδικαστικών εγγυήσεων, ανάλογων προς τη σοβαρότητα του κατά περίπτωση λαμβανόμενου μέτρου.

Υπό τα ανωτέρω δεδομένα,η διάταξη του άρθρου 30 παρ. 5 περ. ε΄ του ν. 3296/2004, ως έχει, αντίκειται στα άρθρα 5 παρ.1, 17 παρ.1 και 25 παρ.1 του Συντάγματος και δεν δύναται να προσλάβει άλλο περιεχόμενο, ώστε να καταστεί συνταγματικώς ανεκτή, με ερμηνεία της από τον δικαστή, διότι το έργο τούτο θα υπερέβαινε τα όρια της ερμηνείας και θα ισοδυναμούσε με θέσπιση νέας διατάξεως, ήτοι με άσκηση νομοθετικής εξουσίας. Για τους εκτεθέντες δε λόγους η διάταξη αντίκειται και στο άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α.

Κατά τη γνώμη, όμως, του Αντιπροέδρου Ν. Ρόζου και των Συμβούλων Μ. Βηλαρά, Γ. Τσιμέκα, Ο. Ζύγουρα, Κ. Φιλοπούλου και Δ. Μακρή, το επίδικο μέτρο της δέσμευσης των τραπεζικών λογαριασμών και περιουσιακών στοιχείων που αποσκοπεί στην αποτελεσματική πάταξη της μεγάλης φοροδιαφυγής και λαθρεμπορίας και της συναφούς με αυτές εγκληματικότητας και, γενικότερα, στην προστασία της δημόσιας περιουσίας, ήτοι στην διασφάλιση υπερτέρου δημοσίου συμφέροντος, συνεπάγεται μεν σοβαρή, πράγματι, επέμβαση στα ως άνω συνταγματικώς προστατευόμενα αγαθά.

Η επέμβαση, όμως, αυτή δικαιολογείται εκ του ότι χωρίς την άμεση λήψη του εν λόγω μέτρου η υλοποίηση των ανωτέρω σκοπών θα κινδύνευε να ματαιωθεί. Και τούτο διότι, χωρίς τη λήψη του μέτρου, δεν θα διασφαλίζονταν στοιχεία αναγκαία προς έρευνα της πιθανής διάπραξης των ανωτέρω σοβαρότατων παραβάσεων ούτε θα διατηρούντοπεριουσιακά στοιχεία του ελεγχόμενου προσώπου ώστε να ικανοποιηθούν οι αξιώσεις του Δημοσίου, σε περίπτωση που διαπιστώνετο πράγματι, εκ των υστέρων, η εκ μέρους του τελέση των παραβάσεων αυτών.

Το μέτρο έχει, εξάλλου, από τη φύση του προσωρινό χαρακτήρα, όπως τούτο σαφώς συνάγεται εκ του ότι με έγγραφο του Προϊσταμένου της αρμόδιας υπηρεσίας ενημερώνεται, εντός είκοσι τεσσάρων (24) ωρών ο αρμόδιος εισαγγελέας ο οποίος, στο πλαίσιο της αρμοδιότητάς του, δύναται να προβεί στις αναγκαίες περαιτέρω ενέργειες, συμπεριλαμβανομένης της ολικής ή μερικής άρσης του μέτρου, ενώ και ο βαρυνόμενος με το μέτρο δύναται, εφόσον τίθεται σε κίνδυνο η κάλυψη των βιοτικών και άλλων επιτακτικών αναγκών του ιδίου και της οικογένειάς του, να απευθυνθεί στη αρμόδια φορολογική ή δικαστική αρχή και να ζητήσει, ενόψει των περιστάσεων, την μερική ή και, ενδεχομένως, ολική άρση ή αναστολή εκτελέσεως του εν λόγω μέτρου.

Με τα δεδομένα αυτά, σύμφωνα με τη μειοψηφήσασα γνώμη, η επίμαχη διάταξη του άρθρου 30 παρ. 5 περ. ε΄ του ν. 3296/2004, με την οποία εισάγεται το εν λόγω μέτρο, δεν αντίκειται σε καμία από τις προαναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος, ούτε στο άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α.

9. Επειδή, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής : Ο αιτών διατηρεί ατομική επιχείρηση με έδρα την Κομοτηνή και αντικείμενο εργασιών την εισαγωγή από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και πώληση στην Ελλάδα βαμβακοσυλλεκτικών μηχανών. Από διενεργηθέντα έλεγχο οργάνων του Σ.Δ.Ο.Ε. προέκυψαν ενδείξεις για τέλεση, εκ μέρους του αιτούντος, των αδικημάτων της φοροδιαφυγής και λαθρεμπορίας μεγάλης εκτάσεως με χρήση υποτιμολογήσεων κατά την εισαγωγή και πώληση των εν λόγω γεωργικών μηχανημάτων. Κατόπιν αυτού, αποφασίσθηκε η δέσμευση των τραπεζικών λογαριασμών του αιτούντος, βάσει της διατάξεως του άρθρου 30 παρ. 5 περ. ε΄ του ν. 3296/2004, με την προσβαλλόμενη πράξη, η οποία κοινοποιήθηκε στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Ροδόπης. Με την Γ 11/ 148α΄ /4.7.2011 παραγγελία της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Ροδόπης ζητήθηκε από την Περιφερειακή Διεύθυνση Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης του Σ.Δ.Ο.Ε. να διεξαγάγει προκαταρκτική εξέταση για την υπόθεση, η οποία δεν έχει περαιωθεί [βλ. το 2852/29.5.2013 έγγραφο της Περιφερειακής Διεύθυνσης Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης του Σ.Δ.Ο.Ε. προς το Συμβούλιο της Επικρατείας].

10. Επειδή, σύμφωνα με εκτεθέντα, η προσβαλλόμενη πράξη στερείται νομίμου ερείσματος, διότι εξεδόθη βάσει της διατάξεως του άρθρου 30 παρ. 5 περ. ε΄ του ν. 3296/2004, η οποία είναι ανεφάρμοστη, διότι αντίκειται στα άρθρα 5 παρ. 1, 17 παρ.1 και 25 παρ.1 του Συντάγματος και 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. Συνεπώς, για τον λόγο αυτό, ο οποίος προβάλλεται βασίμως και είναι, άλλωστε, εξεταστέος και αυτεπαγγέλτως, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη πράξη, αλυσιτελούς καθισταμένης της εξετάσεως των λοιπών προβαλλομένων λόγων. Ομοίως, πρέπει να γίνει δεκτή και η ασκηθείσα παρέμβαση.

Διά ταύτα Δέχεται την αίτηση. Ακυρώνει την ΕΜΠ 25/24.5.2011 πράξη του Προϊσταμένου της Περιφερειακής Διεύθυνσης Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.). Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου. Δέχεται την παρέμβαση. Επιβάλλει στο Ελληνικό Δημόσιο τα ποσά: α)των χιλίων τριακοσίων ογδόντα (1.380) ως δικαστική δαπάνη του αιτούντος και β) των εξακοσίων σαράντα(640) ως δικαστική δαπάνη της παρεμβαίνουσας. Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 3 Φεβρουαρίου 2014 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 2ας Οκτωβρίου του ίδιου έτους.

Ο Πρόεδρος

Η Γραμματέας

0

Αντισυνταγματικοί οι έφοδοι εφοριακών στα σπίτια με γνωμοδότηση του Αρείου Πάγου

Με την από 13-10-2014 γνωμοδότηση προς το Υπουργείο Οικονομικών και τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, κατέστησε σαφές ότι «για οποιονδήποτε λόγο και αν γίνονται   οι κατ΄ οίκον έρευνες χωρίς εισαγγελικό λειτουργό και οποιονδήποτε σκοπό και αν εξυπηρετούν, κείνται εκτός του πλαισίου της συνταγματικής μας τάξης».

Η γνωμοδότηση έρχεται σε αντίθεση με την σχετική προγενέστερη γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (με ψήφους 14-10) η οποία και έδινε το πράσινο φως στις αρχές να διενεργούν ελέγχους – έρευνες που αποσκοπούν στην είσπραξη φόρων και λοιπών εσόδων.

Το σκεπτικό του Αρείου Πάγου εδράζεται στο γεγονός ότι δεν μπορεί να υπάρξει διάκριση ανάμεσα στις έρευνες για φορολογικούς λόγους και στις ανακριτικές έρευνες, για τις οποίες δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι διενεργούνται πάντοτε με την παρουσία δικαστικού λειτουργού, ενώ οποιαδήποτε αλλαγή στα ισχύοντα μπορεί να γίνει εφικτή μόνο με αναθεώρηση του Συντάγματος.

[gview file=”http://aapostolos79.synology.me/armoutsis-site/wp-content/uploads/GNOMODOTISI-AP-ASYLO-KATOIKIAS.pdf” save=”0″ cache=”0″]
0
Page 3 of 10 12345...»